
Μια φορά και έναν καιρό…
Σύμφωνα με τον γνωστό ψυχαναλυτή Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, οι ενήλικες έχουν την τάση να παίρνουν στην κυριολεξία τα πράγματα που λέγονται στα παραμύθια, ενώ θα έπρεπε να τα βλέπουν ως συμβολικές αποδόσεις ζωτικών εμπειριών της ζωής.
Τα παιδιά αντίθετα, καταλαβαίνουν τα σύμβολα διαισθητικά και εξάγουν τα δικά τους συμπεράσματα.
Πίσω από την ποιητική του αφήγηση και τις γοητευτικές τους εικόνες τα παραμύθια μπορούν να φανούν χρήσιμα βγάζοντας τα παιδιά από τις δύσκολες συναισθηματικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν. Οι αγωνίες και οι φόβοι τους καθησυχάζουν χωρίς να διερευνώνται κάτω από το σκληρό φως μιας λογικής που τα ξεπερνά.
“Μονάχα παλεύοντας εναντίον δυνάμεων που φαίνονται συντριπτικά υπέρτερες μπορεί ο άνθρωπος να αντλήσει νόημα από την ύπαρξή του”.
Sigmund Freud
Τα παραμύθια κατορθώνουν να μεταδώσουν αυτό ακριβώς το νόημα χρησιμοποιώντας έναν κώδικα συμβόλων που υποσυνείδητα γίνονται κατανοητά από τα παιδιά.
Οφέλη Παραμυθιού

Ένα από τα σημαντικότερα οφέλη των παραμυθιών, είναι πως μέσα από την αφήγηση τους, μπορούμε να πραγματευτούμε σοβαρά θέματα που δεν είναι εύκολο να τα συζητήσουμε διαφορετικά με τα παιδιά. Θέματα όπως, η ζήλεια, η αδελφική αντιπαράθεση, ο φθόνος, οι σωματικές αδυναμίες, οι ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, η απώλεια αγαπημένων προσώπων.
Η μαγεία των παραμυθιών όχι μόνο δεν αποκρύπτει την πραγματικότητα των κοινωνικών σχέσεων, αλλά την αποκαλύπτει με το να τις κατονομάζει.
“Eίναι χαρακτηριστικό των παραμυθιών να δηλώνουν ένα υπαρξιακό δίλημμα με συντομία και ευστοχία”.
Bruno Bettelheim
Αυτό επιτρέπει στο παιδί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στην πιο ουσιώδη του μορφή, ενώ μια πιο μπερδεμένη μορφή θα του δημιουργούσε σύγχυση.

Η ταύτιση με τους χαρακτήρες των παραμυθιών δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά από τη μία μεριά να νιώσουν πως είναι ικανά για πράγματα που θεωρούνται αδύνατα και από την άλλη να κατανοήσουν πως οι αδυναμίες τους είναι αποδεκτές και φυσιολογικές.
Ακόμα, τα παιδιά από πολύ μικρά συνειδητοποιούν ότι η γραπτή γλώσσα συνιστά έναν κώδικα, γεγονός που λειτουργεί καταλυτικά στην αλληλεπίδραση με τα γραπτά κείμενα και στις μετέπειτα αναγνωστικές τους εμπειρίες. Καθώς αντιλαμβάνονται ότι ο προφορικός λόγος μπορεί να μετατραπεί σε γραπτό και το αντίστροφο, ξεκαθαρίζουν πολλοί προβληματισμοί σχετικά με την ανάγνωση που ενδέχεται να κατακλύζουν το μυαλό τους, στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν μια τόσο περίπλοκη διαδικασία.
Κλείνοντας, τα παραμύθια είναι διαχρονικά και έχουν παγκόσμια εμβέλεια καθώς σε αυτά συναντάμε πανάρχαια αρχέτυπα της ιστορικής πορείας της ανθρωπότητας.
Οι δράκοι, οι βασιλιάδες, οι πριγκίπισσες, οι μάγισσες, οι μητριές, τα ξωτικά είναι λίγα μόνο παραδείγματα. Τέλος, το σημαντικότερο που μένει μετά το τέλος μιας αφήγησης, είναι το αίσθημα της τέρψης, της ελπίδας. Η ελπίδα που αποτελεί το βασικό σύμμαχο στη ζωή ενός ανθρώπου είναι πάντα ζωντανή.
“Τα παραμύθια είναι κάτι παραπάνω από αληθινά, όχι επειδή μας λένε ότι υπάρχουν δράκοι αλλά για να μας πούνε ότι μπορούν να ηττηθούν οι δράκοι”.
G.K. Chesterton
Βιβλιογραφία:
Γιαννικοπούλου, Α. Α. (1998). Από την προανάγνωση στην ανάγνωση. Αθήνα: Καστανιώτη.
Μουσιάδου, Ε. (2009). Βιωματική και Γραμματισμός στο Νηπιαγωγείο.
Neuman, B. S. (1996). Children Engaging in Storybook Reading: The Influence of Access to Print Resources, Opportunity, and Parental Interaction. Early Childhood Research Quarterly.

