Η παιδική προστασία
Η παιδική προστασία περιλαμβάνει όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες που έχουν σαν στόχο να προστατέψουν τα παιδιά από τη βία, την κακοποίηση, την παραμέληση, την εγκατάλειψη και την εκμετάλλευση σε κάθε πεδίο της ζωής (εντός και εκτός της οικογένειας) και γίνεται μέσω ενός εθνικού συστήματος, με έμφαση στην πρόληψη, την υποστήριξη και την αποκατάσταση.
Η παιδική προστασία οφείλει να λειτουργεί με βάση τη νομοθεσία, τις πολιτικές, τους κανονισμούς, τις υπηρεσίες και τις πρακτικές όπως αυτά ορίζονται από τα κατοχυρωμένα Δικαιώματα του Παιδιού στη Διεθνή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού και άλλα σχετικά διεθνή νομικά όργανα επικυρωμένα από την ελληνική πολιτεία.
Κάθε παιδί δικαιούται μία ασφαλή και μόνιμη κατοικία στα πλαίσια μιας οικογένειας, επαρκή φροντίδα και επίβλεψη, χωρίς να υφίσταται κανενός είδους κακοποίηση, παραμέληση και εκμετάλλευση. Είναι ευθύνη των γονέων να φροντίζουν για την κάλυψη των σωματικών, πνευματικών, συναισθηματικών, εκπαιδευτικών και ιατρικών αναγκών των παιδιών τους.
Οι κοινωνικές υπηρεσίες παρεμβαίνουν μόνο σε περιπτώσεις που οι γονείς ζητούν βοήθεια ή αποτυγχάνουν, με πράξεις ή παραλείψεις τους, να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες των παιδιών τους και να τα κρατήσουν ασφαλή.
Οι περισσότεροι γονείς έχουν την πρόθεση να είναι καλοί γονείς και, με την κατάλληλη υποστήριξη, καταφέρνουν αποτελεσματικά να φροντίζουν τα παιδιά τους σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Επίσης τα περισσότερα παιδιά χαίρουν καλύτερης φροντίδας μέσα στη δική τους οικογένεια. Συνεπώς η παιδική προστασία εστιάζει στην ενίσχυση των δυνατών σημείων της οικογένειας και παρέχει στους γονείς την απαιτούμενη βοήθεια για να είναι ασφαλή τα παιδιά τους και να μπορεί έτσι η οικογένεια να παραμείνει ενωμένη.
Ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών στην παιδική προστασία είναι να επιτύχουν αποτελέσματα όπως η φυσιολογική ανάπτυξη και η ευημερία του παιδιού. Οι προσπάθειές τους είναι πιθανότερο να πετύχουν όταν τα εμπλεκόμενα άτομα συμμετέχουν ενεργά στην όλη διαδικασία. Οι κοινωνικοί λειτουργοί χρειάζεται να αναπτύσσουν συμμαχίες με την οικογένεια και να δουλεύουν με τρόπους που ενθαρρύνουν όλα τα μέλη να συμμετάσχουν πλήρως στη διαδικασία διαγνωστικής εκτίμησης αλλά και στο σχεδιασμό παρέμβασης.
Όταν οι γονείς δεν μπορούν να εκπληρώσουν πλήρως τις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά την προστασία των παιδιών τους, ενημερώνονται οι αντίστοιχοι φορείς, οι οποίοι έχουν το δικαίωμα και την υποχρέωση να παρέμβουν άμεσα εκ μέρους του παιδιού. Τόσο οι νόμοι όσο και η καλή πρακτική υποδεικνύουν πως αυτή η παρέμβαση πρέπει να είναι έτσι σχεδιασμένη ώστε να βοηθάει τους γονείς να προστατεύουν τα παιδιά τους.
Οι κοινωνικοί λειτουργοί πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να αναπτύσσουν σχέδια παρέμβασης που θα στοχεύουν στο να μείνουν τα παιδιά με τις οικογένειές τους όποτε αυτό είναι εφικτό. Ωστόσο, μπορεί να παραπέμψουν σε δικαστική παρέμβαση και απομάκρυνση του παιδιού, όταν το παιδί δεν μπορεί να είναι ασφαλές στο οικογενειακό περιβάλλον.
Σε περιπτώσεις που τα παιδιά απομακρύνονται επειδή η παραμονή στο σπίτι τους τα θέτει σε κίνδυνο, οι υπεύθυνοι κοινωνικοί λειτουργοί οφείλουν να δημιουργούν άμεσα ένα σχέδιο που στόχο θα έχει την παροχή σταθερού περιβάλλοντος στο παιδί. Το προτιμώμενο σχέδιο είναι η επανένωση του παιδιού με τη βιολογική του οικογένεια.
Όλα τα παιδιά χρειάζονται την αίσθηση της συνέχειας στη ζωή τους, οπότε αν ο στόχος είναι η οικογενειακή επανένωση, το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει συχνές συναντήσεις των παιδιών με τις οικογένειές τους όπως και άλλες προσπάθειες διατήρησης της σχέσης γονέα-παιδιού, όσο τα παιδιά βρίσκονται σε ιδρυματική ή ανάδοχη φροντίδα.
Ο κύριος στόχος είναι η συνεργασία με την οικογένεια με σκοπό να αλλάξει τις συμπεριφορές και τις συνθήκες οι οποίες οδήγησαν στην κακομεταχείριση και την απομάκρυνση του παιδιού. Σε περιπτώσεις όπου μοιάζει πιθανό ένα παιδί να μην μπορεί να επανενωθεί με ασφάλεια με την οικογένειά του, οι υπεύθυνοι επαγγελματίες πρέπει να αναπτύξουν εναλλακτικά σχέδια για μόνιμη τοποθέτηση.