
Ναρκοκουλτούρα
«Δεν υπάρχει πιο βαθύς τρόπος κατανόησης της πορείας της ιστορίας από την άποψη της προσπάθειας να ξεφύγει κάποιος από τον ίδιο του τον “λαχανιασμένο εαυτό” και να βιώσει ακόμα και προσωρινές καταστάσεις ευφορίας ή ανακούφισης της δυσφορίας, ανεξαρτήτου κόστους.»
– Nathan S. Kline
Από τις παλιότερες απαρχές της, η καθιστική ζωή έφερε μαζί της μια επίπονη μιζέρια στους κατοίκους της, και χάρη σε μια τέτοια μιζέρια γρήγορα προέκυψε η ανάγκη να εξευμενιστεί το ανυπότακτο και να απευαισθητοποιηθεί το ανιαρό.
Καθώς ο πολιτισμός επεκτάθηκε και έγινε πολυπλοκότερος, το ίδιο συνέβη και με τη σύνδεση του με τις τοξικές ουσίες και την εξάρτησή μας από αυτές. Ο ερχομός της βιομηχανικής εποχής εξυπηρέτησε μόνο την αύξηση των απαιτήσεων για ακρίβεια και επικαιρότητα που κατέβαλε εκείνους τους εργάτες που ήταν δεμένοι (κάποιες φορές κυριολεκτικά) στις μηχανές της παραγωγής. Λαμβάνοντας υπ’ όψη τα συνεχώς αυξανόμενα επίπεδα αλκοολισμού ανάμεσα στους εργάτες των αρχών του 19ου αιώνα, ο Zerzan σημειώνει πως αυτή η εξάρτηση «ήταν μια προφανής καταγραφή της πίεσης και της αποξένωσης, της ανικανότητας να αντέξουν το βάρος της καθημερινής ζωής». Είτε είναι κοινωνικός έλεγχος είτε επιβίωση, η σχέση αυτή ήταν εκεί. Η εξημέρωση και η χρήση τοξικών ουσιών έγιναν αδιαχώριστες, ενισχύοντας η μία την άλλη – ένας φαύλος κύκλος που τόσο κατάλληλα δείχνει τις λειτουργίες και των δύο.
Η ναρκοκουλτούρα ορίζεται ως «ένα σύνολο θεσμών, συμπεριφορών, και νοοτροπιών γύρω από την κατανάλωση ναρκωτικών και αλκοόλ»
Στο βιβλίο «My Name is Chellis and I’m in Recovery From Western Civilization», η Chellis Glendinning γράφει πως «σαν αποτέλεσμα του τραύματος, η εξάρτηση είναι μια προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε τον πόνο που βρίσκεται στην καρδιά της τραυματικής εμπειρίας». Κάπου αλλού αναφέρει τον Morris Berman όταν αυτός προσέγγισε βαθύτερα τον πυρήνα του ζητήματος: «Η εξάρτηση, είτε με τη μια μορφή της είτε με την άλλη, χαρακτηρίζει κάθε πτυχή της βιομηχανικής κοινωνίας… Η εξάρτηση από το αλκοόλ (το φαγητό, τα ναρκωτικά, το κάπνισμα…) δε διαφέρει επίσημα από την εξάρτηση από το κύρος, την καριέρα, την επιρροή του κόσμου, τον πλούτο, την ανάγκη για κατασκευή πιο έξυπνων βομβών, ή την ανάγκη για άσκηση ελέγχου πάνω σε όλα.»
Η Glendinning ήταν η πρώτη που αναγνώρισε όχι μόνο το τραύμα από τον πολιτισμό και τη σχέση του με την ουσιαστική εξάρτηση, αλλά ακόμα και τις ομοιότητες ανάμεσα στο πως η εξαρτησιογόνος συμπεριφορά και ο πολιτισμός ορθολογικοποιούνται. Αναγνώρισε τα κύρια χαρακτηριστικά της εξάρτησης ως «έναν ανεξέλεγκτο, συχνά άσκοπο, εξαναγκασμό για να καλύψει την χαμένη αίσθηση του να ανήκεις κάπου, της ακεραιότητας και της επικοινωνίας», η οποία «θωρακίζεται από την επίγνωσή της μέσω της άρνησης: με προσποιήσεις πως όλα είναι κανονικά, χωρίς την παραδοχή του πόνου και του πόσο ευάλωτοι είμαστε», ακολουθούμενη από «μια έλξη για συνεχή τραυματισμό».
Ένας ανεξέλεγκτος, συχνά άσκοπος, εξαναγκασμός
Η συμμετοχή μας σε αυτόν τον πολιτισμό μας οδηγεί πλήρως στην τρέλα. Βλέπουμε την παθολογία να εμφανίζεται παντού γύρω μας – οι ειδήσεις για ανθρώπους που «εκρήγνυνται» έχουν γίνει από μεμονωμένα τρομακτικά περιστατικά. Τα ποσοστά του αυτισμού και της σχιζοφρένειας, ανάμεσα σε άλλες ψυχικές ασθένειες, αυξάνονται με επικίνδυνους ρυθμούς – οι άνθρωποι γυρίζουν στον εαυτό τους, κάνουν τον εαυτό τους κομμάτια, ανίκανοι να αντέξουν το μπαράζ της καθημερινής ζωής. Ίσως αυτοί οι άνθρωποι να μην είναι τόσο άρρωστοι όσο πιο προσγειωμένοι στην πραγματικότητα από εμάς τους υπόλοιπους: ίσως εμείς οι υπόλοιποι που έχουμε καταφέρει κάπως να διαχωρίσουμε τους εαυτούς μας είμαστε άρρωστοι. Ίσως η πραγματική αρρώστια δεν προκαλεί αυτόματα κάποια αντίδραση με σύγχυση ή πανικό ή αποθάρρυνση όταν έρχεται αντιμέτωπη με τον πολιτισμό.
Η ναρκοκουλτούρα παρέχει το αναγκαίο πλαίσιο για συμφιλίωση και ειρήνευση, για να μας αποδυναμώσει περισσότερο, για να μας τσακίσει ευκολότερα. Υπό την γοητεία της, εμείς διαιωνίζουμε τον κύκλο της υπακοής και της καταστροφής. Γι’ αυτό αποκαλείται και εξάρτηση.
Και γι’ αυτό πρέπει να αντισταθούμε στις υποσχέσεις της ναρκοκουλτούρας για ηρεμία μέσα στο χείμαρρο της πολιτισμένης μιζέριας. Κάποιοι μπορεί να αναφέρουν, όπως ισχυρίστηκε και ο Courtwright, ότι «η χρήση ναρκωτικών για να αντέξουμε την κουραστική και εξαλειπτική μιζέρια είναι κατά πολλούς τρόπους ένα υποπροϊόν του ίδιου του πολιτισμού», αλλά φαίνεται όλο και περισσότερο πιθανό η ναρκοκουλτούρα να μην είναι μια απρόσμενη συνέπεια, αλλά αντίθετα ένα αναπόσπαστο και ζωτικό κομμάτι της εξημερωτικής διαδικασίας. Χωρίς τον πολιτισμό η ναρκοκουλτούρα δε θα υπήρχε, αλλά το ίδιο σημαντικά και χωρίς τη ναρκοκουλτούρα δε θα μπορούσε να υπάρχει πολιτισμός. Η ανακούφιση από την εξημέρωση μέσω του πολιτισμού ήταν πάντα η μυθολογία που κληροδοτούταν σε εκείνους που σε άλλες περιπτώσεις θα αντιστέκονταν. Η διόρθωση, όποια κι αν είναι αυτή, ήταν πάντα πολύ κοντά, ζητώντας ακόμα μια πράξη υποταγής από εμάς.
«Το να είσαι εξαρτημένος σημαίνει να είσαι σκλάβος. Η ηρωίνη παύει να υπηρετεί τον εξαρτημένο, και ο εξαρτημένος αρχίζει να υπηρετεί την ηρωίνη. Μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τον πολιτισμό: δε μας υπηρετεί, αλλά αντίθετα εμείς τον υπηρετούμε. Υπάρχει κάτι απελπιστικά λάθος σ’ αυτό.»
– Derrick Jensen

