Η Θεωρία του Ρότζερς στην Εκπαίδευση
Ο Ρότζερς τη μη κατευθυντική μέθοδο, που εφαρμόζει στην κλινική εργασία ως ψυχολόγος, τη μεταφέρει και στην εκπαίδευση. Υποστηρίζει μια εκπαίδευση με κέντρο το μαθητή, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας αυταρχικής εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με το Rogers,η διδασκαλία πρέπει να έχει στόχο τη δημιουργία ατόμων:
– υπεύθυνων και ικανών να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες,
– ικανών να επιλέγουν με έξυπνο τρόπο,
– ικανών να προσαρμόζονται στις εκάστοτε περιστάσεις,
– ικανών να εργάζονται συνεργατικά,
– ικανών να αξιοποιούν δημιουργικά την εμπειρία τους.
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι το σχολείο πρέπει πρώτα απ’ όλα να στοχεύει στην εξασφάλιση ενός κλίματος ελεύθερης έκφρασης, το οποίο επιτρέπει στο μαθητή να αυτοπραγματωθεί, γεγονός που αποτελεί την ύψιστη επιδίωξη του ατόμου. Λόγω της έμφυτης επιθυμίας του ατόμου για γνώση και κατανόηση του κόσμου, ο μαθητής εκδηλώνει αυθόρμητα ενδιαφέρον για την απόκτηση των γνώσεων και των δεξιοτήτων που προσφέρει το σχολείο, το οποίο σχολείο του παρέχει διευκολύνσεις να αποκτήσει εκείνες τις γνώσεις και τις δεξιότητες που τον ενδιαφέρουν.
Στο πλαίσιο αυτό, ο εκπαιδευτικός, διαδραματίζει το δικό του σημαντικό ρόλο: δημιουργεί θετικό κλίμα μέσα στην τάξη και είναι το άλλο “Εγώ” του μαθητή, τον βοηθάει να κατανοήσει τον εαυτό του και να νοηματοδοτήσει τον κόσμο γύρω του. Και ο ίδιος ο μαθητής, όμως, διαδραματίζει το ρόλο του. Γίνεται άτομο δραστήριο, με πρωτοβουλίες και αίσθημα ευθύνης.
Σύμφωνα με το μη κατευθυντικό μοντέλο που εισήγαγε ο Rogers, έργο του εκπαιδευτικού, κατά την προσωπική του επικοινωνία τόσο με μεμονωμένους μαθητές όσο και με ομάδες μαθητών, είναι η συζήτηση θεμάτων που αφορούν τις δυσκολίες που οι τελευταίοι συναντούν στην ακαδημαϊκή μάθηση και στην κοινωνική συμπεριφορά τους καθώς και τα ενδιαφέροντα τους σ΄ αυτούς τους τομείς.
Για να εξασφαλίσει, όμως, ο εκπαιδευτικός μια εποικοδομητική διαπροσωπική επικοινωνία, φροντίζει τη δημιουργία ενός κλίματος συναισθηματικής αποδοχής και θέρμης, το οποίο συντελεί στην ελεύθερη έκφραση από το μαθητή των συναισθημάτων και των σκέψεων του. Επίσης, φροντίζει να αποφεύγει κρίσεις και υποδείξεις, αφού στην επικοινωνία διδάσκοντα –διδασκόμενου η έμφαση δίνεται στη συναισθηματική πλευρά της συμπεριφοράς.
Πιο συγκεκριμένα, ο μαθητής, ο οποίος θεωρείται ικανός να αντιληφθεί τη φύση των προβλημάτων του, ενθαρρύνεται να εκφράσει τα συναισθήματά του -σε σχέση με τα προβλήματα που συναντά- για να δώσει λύσεις. Ο εκπαιδευτικός, επομένως, αποφεύγοντας κρίσεις και συμβουλές, καταβάλει προσπάθειες να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τα πράγματα ο μαθητής από τη δική του οπτική γωνία.
Ο Rogers περιγράφει τα στάδια που περνάει ο μαθητής στη διάρκεια της διαπροσωπικής επικοινωνίας του με τον εκπαιδευτικό:
1. Συναισθηματική κάθαρση
2. Κατανόηση του προβλήματος
3. Δράση
Ας δούμε τώρα πώς δομείται το μοντέλο του Rogers για τη συνεργασία μαθητή-εκπαιδευτικού:
α) Δημιουργία κλίματος και προγραμματισμός
β) Διερεύνηση του προβλήματος
γ) Σχηματισμός ολοκληρωμένης αντίληψης
δ) Προγραμματισμός και λήψη αποφάσεων
ε) Σύνθεση προσέγγισης
Οι προαναφερόμενες φάσεις καλύπτουν μία ή περισσότερες προσωπικές συναντήσεις εκπαιδευτικού – μαθητή και μετά την ολοκλήρωση τους παρέχουν στο μαθητή τη δυνατότητα να αναλάβει δράση. Στο μοντέλο αυτό του Rogers δεν γίνεται χρήση εξωτερικών αμοιβών, αλλά μόνον εσωτερικών, με τη μορφή της αποδοχής, της κατανόησης και του ενδιαφέροντος. Ο εκπαιδευτικός αναλαμβάνει μέσα στην τάξη το ρόλο του συμβούλου, του γνωμοδότη, του ειδικού που θα κάνει, τις ποικίλες πηγές μάθησης προσιτές στους μαθητές. Ο εκπαιδευτικός δεν επιβάλλει στους μαθητές παιδαγωγικές διαδικασίες, αλλά περιορίζεται στο να προτείνει τα μέσα με τα οποία εκείνοι θα εργαστούν.