Φιλοσοφία

Η ελευθερία ως υπαρξιακή συνθήκη

Η ηρωϊκή ελευθερία είναι ουσιαστική πραγμάτωση ζώντος πνεύματος και επίτευξη υψηλού επιπέδου ήθους.

Χρήστος Μαλεβίτσης

Ιστορική Μνήμη

Τα ιστορικά γεγονότα χρειάζεται οπωσδήποτε να μνημονεύονται γιατί έτσι λειτουργούν και ως εφαλτήριο για στοχασμό σε ό, τι αφορά στο παρόν και το μέλλον. Έχει εύστοχα σημειωθεί ότι:

«Ἡ ἀκριβής ἐξιστόρησις τῶν γεγονότων τῆς Ἐπαναστάσεως του 1821 δέν μᾶς λείπει. Δέν μᾶς λείπουν ἀκόμη οὔτε μονογραφίαι ἤ ἱστορικά δοκίμια, οὔτε καί ἀπόπειρα πρός «ἐπιστημονικήν» ἐξακρίβωσιν καί παράθεσιν τῶν πολεμικῶν καί διπλωματικῶν πράξεων. Μᾶς λείπει ὅμως ἡ ἀντίληψις τῆς ψυχῆς, τοῦ πνεύματος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ἡ ἐκ μέρους, ἑνός ἑκάστου ἐξ’ ἡμῶν, κατανόησις τῆς μεταμορφώσεως ἡ ὁποία συνετελέσθη εἰς τάς ψυχάς τῶν πατέρων μας κατά τά ἔτη ἐκεῖνα, ἡ γνωριμία μας μέ τά πνεύματα καί μέ τάς ψυχάς πού ἠδυνήθησαν νά αἰσθανθοῦν τήν ἐλευθερίαν ὡς πραγματικότητα τῆς ζωῆς των.»2

Μας παραδίδει ο Χρήστος Μαλεβίτσης:

«Στό Μεσολλόγι, ἡ ἰστορία πύκνωσε, ὥσπου ἐξερράγη σέ παμφαές μετέωρο, τό ὁποῖο ἔκτοτε φωτίζει παραδειγματικά τήν ὕπαρξή μας. Διότι κατέστη τρόπος καί τόπος ἀποκαλύψεως τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.

Δέν ἐπιτρέπεται νά μᾶς διαφεύγει τό ὑπερφυές ἱστορικό – ψυχικό – πνευματικό συμβάν, πού εἶναι ἡ συμπεριφορά τῶν πολιορκημένων τοῦ Μεσολογγίου. Οἱ πολιορκημένοι τοῦ Μεσολογγίου ἐπολέμησαν γιά τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ τόπου τους, γιά τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἔθνους των, ἀλλά καί γιά τήν ἀξιοπρέπεια ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας.

Δέν ἐπιτρέπεται ἐπίσης νά μᾶς διαφεύγει ἡ σημαντικότητά του καθώς αὐτή φωτίζει καί ἀποκαλύπτει τήν ὑπερβατική διάσταση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης μέσα ἀπό τήν πράξη. Διότι στό Μεσολόγγι ἀπεκαλύφθη πώς ἡ ἐλευθερία εἶναι ἡ πλέον βαρύτιμη συνθήκη τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης· εἶναι ἡ ἔσχατη δυνατότητα τῆς ὑπάρξεως.

Ἡ ἀγάπη τῆς ἐλευθερίας εἶναι «κραταιά ὡς θάνατος» και ὁ πιό ἐλεύθερος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού πεθαίνει ἐλεύθερος – ὅπως ὁ ἄνθρωπος τοῦ Μεσολογγίου.»4

Εσωτερική (προσωπική) ελευθερία & σε εξωτερική (διαπροσωπική) ελευθερία.

«Ἡ ἐσωτερική (ἤ προσωπική) ἐλευθερία ἀναφέρεται στήν ἴδια τήν ὕπαρξη τοῦ προσώπου, εἶναι ἀτομική καί σχετίζεται ἄμεσα μέ τήν ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας ἐνῶ ἡ ἐξωτερική (ἤ διαπροσωπική) ἐλευθερία ἀναφέρεται στήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου στόν κοινωνικό χῶρο / ἐντός τών διαφόρων κοινωνικῶν ὁμάδων.

Ἡ ἐξωτερική ἐλευθερία, σάν συλλογικό ἀγαθό & προϊόν κοινωνικῆς σύμβασης, ἀνήκει κατά ἕνα μεγάλο μέρος στόν Καίσαρα.

Ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία ἔχει δύο ἀλληλένδετα σκέλη· τήν ἐλευθερία ἀπό ἤ ἀπελευθέρωση και τήν ἐλευθερία για ἤ ὑπεύθυνη ἀπόφαση.

Σάν ἀπελευθέρωση ἀποβλέπει νά βοηθήσει τό ἄτομο νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν ὑποταγή στήν ὁποιαδήποτε αὐθεντία, ὥστε νά ἀποκτήσει προσωπική ἀνεξαρτησία καί ὑπεύθυνη προσωπική γνώμη.

Σάν ὑπεύθυνη ἀπόφαση προσφέρει στόν ἄνθρωπο τήν εὐκαιρία νά καταλάβει τή θέση του μέσα στό πνευματικό σύμπαν καί νά ἀποφασίσει ἐνσυνείδητα, «ἐνώπιος ἐνωπίῳ», γιά τίς σχέσεις του μέ τό Θεό καί γιά τίς στάσεις του ἀπέναντι στίς αἰώνιες ἀξίες τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἀληθείας καί τῆς ἀγάπης.

Ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία, σάν ὑπαρξιακό στοιχεῖο, ἀνήκει ἀποκλειστικά στό πρόσωπο· γι’ αὐτό καί κανένας δέν μπορεῖ νά τοῦ τήν ἀφαιρέσει.»5

«Ἡ ἐλευθερία πρωτευόντως εἶναι πράξη τῆς ὑπάρξεως · εἶναι πηγή τῆς ὑπάρξεως. Ἡ ἀρχεγονική αὐτή πράξη εἶναι «ὑπαρξιακή» ἐπειδή στό ἐπίπεδο τοῦ ἀνθρώπου ἐν ἀρχῆ ἦν ἡ ἐλευθερία. Ἄν δέν δεχθοῦμε αὐτή τήν ἀρχή, τότε ἀπαξιώνουμε ὁλόκληρη τήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, συλλήβδην, πνευματική καί πρακτική.

Ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου – δηλαδή ἡ δωρημένη διάνοιξη μέσα στόν κόσμο τῆς ἐμφάνειας – εἶναι ἡ «ὑπαρξιακή ἐλευθερία»· κι ὁ καθένας μας τελεῖ ὑπό τό φῶς της. Ἄν δέν ὑπῆρχε μέσα μας ἡ ἐλευθερία δέν θά μπορούσαμε νά τή σκεφτοῦμε ποτέ.

Ὁ ἄνθρωπος ὑπόκειται σέ ἕνα σωρό δουλεῖες∙ στή δουλεία τοῦ ἐξουσιαστῆ, στή δουλεία τοῦ ἐργοδότη, στή δουλεία τῶν κοινωνικῶν ἀναγκασμῶν, στή δουλεία τῶν φυσικῶν νόμων. Ἀλλά δέν θά μποροῦσε να συνειδητοποιήσει αὐτές τίς δουλεῖες, οὔτε νά ἐπινοήσει τρόπους ἀποτινάξεώς τους, ἄν μέσα του δέν προϋπῆρχε ἡ ἐλευθερία ὡς κατάσταση τῆς ὑπάρξεώς του. Και μάλιστα ὡς ὁριακή κατάσταση ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος διαθέτει τήν ἐλευθερία του ὡς ὅριο αφού (καλείται) να τήν ἐπιβεβαιώνει ὁλοένα ἐκ νέου, δημιουργώντας τήν ἱστορία – τήν πνευματική καί τήν πρακτική.»6

Η ελευθερία, συνεπώς, είναι δυνατότητα του ανθρώπου την οποία καλείται να καταστήσει – ὁλοένα ἐκ νέου – απτή πραγματικότητα.

Εδώ βεβαίως αναδύεται (σύμφωνα και με τον Χρήστο Μαλεβίτση) ένα κρίσιμο ερώτημα: «Ἄν ἐλευθερία εἶναι τό αἴτημα τῆς κοινωνικῆς ἤ ἱστορικῆς ἀπελευθερώσεως, ἄν ἐλευθερία εἶναι ἡ λεγόμενη ἐλευθερία τοῦ πνεύματος, τότε ἡ ἐλευθερία τοῦ να πεθαίνεις ἐλεύθερος πῶς μπορεί νά νοηθεῖ;

Ελευθερία ή Θάνατος

Ἡ ἐλευθερία λοιπόν αὐτή ὀπωσδήποτε δέν εἶναι κατάσταση. Δέν εἶναι κατάσταση, ἀλλά ἀποκάλυψη ὁριακή της δυνατότητος τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία περιγράφει τήν ὀντολογική μοναδικότητα τοῦ ἀνθρώπου στόν κόσμο. Πρόκειται γιά τόν ἐσωτερικό φωτισμό τῆς ὑπάρξεως, ἡ ὁποία μαρτυρεῖ τήν ἀξιοπρέπειά της στόν κόσμο σέ πεῖσμα ὅλων τῶν δεσμεύσεων τοῦ κόσμου· ἀκόμη καί σέ πεῖσμα τῆς συντριπτικότερης δεσμεύσεως, πού εἶναι ὁ θάνατος.

Ἄρα τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία – ὅταν ἐξικνεῖται στό ὕψος τῆς φανερώσεως τοῦ προσώπου – εἶναι ἀγώνισμα πού δικαιολογεῖται μόνο μεταφυσικῶς. Καί αὐτό τό κατάλαβε ὁ Διονύσιος Σολωμός.

Ὁ Δ. Σολωμός ἀντελήφθη πώς στό Μεσολόγγι τῆς πολιορκίας φανερώθηκε κάτι πού οὐσιώνει τήν ὕπαρξη ἐσχάτως· πώς ἐκεῖ ἐκλήθη ὁ ἄνθρωπος νά σταθεῖ σέ ἕνα ὑψηλό πεπρωμένο. Καί τό Μεσολόγγι τῆς πολιορκίας ἔγινε ὁ τόπος φανερώσεως τῆς ἐσχατολογικῆς ἐλευθερίας, πού συνιστᾶ τήν ὀντολογία τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ὁριακή πράξη τῆς ἐλευθερίας, σάν αὐτή τῶν πολιορκημένων, εἶναι ἡ κατεξοχήν πράξη δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου διότι τότε ὁ ἄνθρωπος ὑπερβαίνει τίς ἐγκόσμιες συνθῆκες, πράγμα πού βεβαιώνει πώς δέν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Ἀπό ἐδῶ προκύπτει (καί) ἡ μεταφυσικότητα τοῦ ἐνεργήματος, ἄρα ἡ θρησκευτικότητά του και ἡ ἱερότητά του. Ἄν λοιπόν τό ἱστορικό σύνθημα εἶναι ἐλευθερία ἤ θάνατος τό ὑπαρξιακό σύνθημα εἶναι ἐλευθερία καί θάνατος».7

Γράφει ο Διονύσιος Σολωμός στους προοιμιακούς στοχασμούς των Ελεύθερων Πολιορκημένων:

«…“σε βυθό πέφτει από βυθό – ως που δεν ήταν άλλος. Εκείθ’ εβγήκε ανίκητος”. Οι διαδοχικοί βυθοί είναι οι διαδοχικοί αναβαθμοί προς την απελευθέρωση – και ο αποφασισμένος είναι ο αληθινά ελεύθερος, ο αληθινά ανίκητος. Και τούτο σημαίνει ότι μονάχα οι άνθρωποι της εξόδου είναι άξιοι του νοήματος του ανθρώπου.»8

Επειδή τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία, εἶναι ἀγώνισμα πού οὐσιώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἐσχάτως.

Αυτό είναι (και) το ύψιστο μήνυμα του μεγαλειώδους ιστορικού γεγονότος που τιμούμε. Γι’ αυτό και η Φρουρά τοῦ Μεσολογγίου, όπως και: «ὅλες οἱ τιμημένες Φρουρές τῆς μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης καθώς μᾶς ἀτενίζουν ἀπό τήν ἑλληνική ἀθανασία συνέχεια θα μας υπενθυμίζουν, δίκην α-λήθειας, τό ύψιστο χρέος που έχουμε· το χρέος να μην ἀρνηθούμε νά ζήσουμε τό μέλλον ὡς πρόσωπα μέ ταυτότητα· νά μήν ἀρνηθούμε τό ἀγώνισμα γιά τήν ἐλευθερία, πού οὐσιώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. (Εν τέλει) Να μην ἀρνηθούμε να ‘μαστε οἱ ἑαυτοί μας. Καί οἱ ἐαυτοί μας δεν μπορεί παρά να ἔχουν ὡς βάθος τό ἱστορικό βάθος τοῦ ἔθνους μας.»9

Πηγή

ΕΘΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ από τον Σπύρο Α. Γεωργίου, Εκπαιδευτικό -Συγγραφέα

Παραπομπές

  1. Μαλεβίτσης Χρήστος, Πανηγυρικός 25ης Μαρτίου. ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, Η κιβωτός του Νέου Ελληνισμού, ΕΥΘΥΝΗ, ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΜΕΘΟΡΙΟΥ 9, 2η έκδοση, 1993, σ. 126-133
  2. Τσάκωνας Γρ. Δημήτριος, Βύρων και Έξοδος, ΚΡΙΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ 15, τόμος Γ΄, Μάιος-Ιούνιος 1974, σ. 176-180
  3. Μιχαηλίδης Ιάκωβος, 1821-Η γέννηση ενός Έθνους-Κράτους, τόμος Γ’, ΣΚΑΪ, 2010, σ. 115-125
  4. Μαλεβίτσης Χρήστος, Το Μεσολόγγι, ο τόπος αποκαλύψεως της Ελευθερίας, ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ 1651, 15 Απριλίου 1996, σ. 508-513
  5. Μαραθεύτης Ι. Μιχαλάκης, Ποιο είναι το νόημα της Ελευθερίας σήμερα, ΕΥΘΥΝΗ 100, Απρίλιος 1980, σ. 225-227
  6. Μαλεβίτσης Χρήστος, Περί Ελευθερίας, ΕΥΘΥΝΗ 100, Απρίλιος 1980, σ. 218-226
  7. Μαλεβίτσης Χρήστος, Το υπαρξιακό αίτημα της ελευθερίας στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, ΑΠΑΝΤΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ 10, ΑΡΜΟΣ, 2012, σ. 168-174
  8. Παναγιωτόπουλος Μ. Ι., Το Μεσολόγγι. ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, Η κιβωτός του Νέου Ελληνισμού, ΕΥΘΥΝΗ, ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΜΕΘΟΡΙΟΥ 9, 2η έκδοση, 1993, σ. 141-146
  9. Χρήστος Μαλεβίτσης, ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, ό. π., σ. 126-133