Ψυχοθεραπεία,  Ψυχολογία

Γνωσιακή-Συμπεριφοριστική Θεραπεία

Η γνωσιακή θεραπεία έχει από καιρό καταξιωθεί ως το είδος ψυχοθεραπείας με τις ευρύτερες μορφές εφαρμογών. Τόσο σε πλαίσια ερευνών, όσο και κλινικών πειραμάτων, η γνωσιακή θεραπεία έχει αναδείξει σοβαρά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες θεραπείες.

Πρόκειται για μια καλά δομημένη μορφή θεραπείας που έχει τη δυνατότητα να προσφέρει στους θεραπευτές ένα καλά οργανωμένο τρόπο δουλειάς, με τον οποίο μπορούν να βοηθήσουν τους πελάτες τους να αντιμετωπίσουν τα διάφορα προβλήματα τους. Παράλληλα, αυτή της η ιδιότητα ενισχύει τη συμμετοχή του πελάτη στη θεραπεία, εφόσον αυτός καλείται να έχει ένα πιο ενεργό ρόλο κατά τη διάρκεια της.


Τα τελευταία 35 περίπου χρόνια, η γνωσιακή θεραπεία έχει αναδυθεί μέσα από τις ερευνητικές και κλινικές προσπάθειες πολλών εκφραστών της και έχει πάρει πολλές μορφές ανάλογα με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται σε κάθε μια απ’ αυτές. Στη πορεία αυτής της εξέλιξης, τα σημαντικότερα είδη γνωσιακής θεραπείας βασίστηκαν κυρίως σε μια από τις τρεις γενικότερες προσεγγίσεις: (1) αυτή της γνωσιακής αναδόμησης (cognitive restructuring), (2) των στρατηγικών επίλυσης προβλημάτων (problem-solving strategies), (3) της εκπαίδευσης δεξιοτήτων για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων (coping skills training), ή (4) σε συνδυασμό κάποιων απ’ αυτές.

Ο βασικός πυρήνας όλων αυτών των μορφών γνωσιακής θεραπείας αποτελείται από τρεις βασικές αρχές (Dobson & Block, 1988):

  • Η γνωσιακή λειτουργία επηρεάζει τη συμπεριφορά.
  • Η γνωσιακή λειτουργία μπορεί να ελεγχθεί και να μεταβληθεί.
  • Οι επιθυμητές αλλαγές στη συμπεριφορά μπορούν να επηρεαστούν από τις γνωσιακές αλλαγές.

Με τον όρο γνωσιακή λειτουργία αποδίδεται, σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ο τρόπος με τον οποίο σκέφτεται ένα άτομο. Η γνωσιακή θεωρία υπογραμμίζει πως τα συναισθήματα και η συμπεριφορά του ατόμου καθορίζονται από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο δομεί (σκέφτεται, πιστεύει) τον εαυτό του και τον κόσμο μέσα του.

Οι σκέψεις του βασίζονται στα σχήματα ή τα συμπεράσματα που έχουν δημιουργηθεί από προηγούμενες εμπειρίες, καθώς και από γονεϊκές και κοινωνικές επιδράσεις (Χαρίλα, 1995). Όλες οι γνωσιακές θεραπείες βασίζονται στη εξέταση του τρόπου με τον οποίο το άτομο σκέφτεται και στην αναγνώριση πιθανών λαθών (διεργασιών) που κάνει σε αυτόν τον τρόπο, θεωρώντας ταυτόχρονα πως ασκείται έτσι μια πιθανή αρνητική επιρροή σε συναισθηματικό και συμπεριφοριστικό επίπεδο.

Εφόσον, βέβαια, ο τρόπος σκέψης είναι ελεγχόμενος, αυτό σημαίνει πως με την κατάλληλη παρέμβαση μπορεί να αλλάξει και, κατά συνέπεια, μπορεί να μεταβληθεί η αρνητική επιρροή που ασκεί. Έτσι, η γνωσιακή θεραπεία καταφέρνει να αποφέρει αλλαγές σ’ ένα άτομο που αγγίζουν τον δυσλειτουργικό τρόπο σκέψης του, το συναίσθημα, αλλά και τη συμπεριφορά του.

Ανεξάρτητα από το πως αντιλαμβάνεται ο θεραπευτής το πρόβλημα του πελάτη του, τη βάση για τη θεραπευτική παρέμβαση αποτελεί η υποκειμενική και ιδιοσυγκρασιακή αντίληψη του για το πρόβλημα του. Μ’ άλλα λόγια, η γνωσιακή θεραπεία ενδιαφέρεται να γνωρίζει πως ο πελάτης βλέπει τον κόσμο μέσα απ’ τα δικά του μάτια και, για να το πετύχει αυτό, δίνει έμφαση στις αναφορές για τα βιώματα του και στο πως σκέπτεται γι’ αυτά.


Ο σκοπός του θεραπευτή είναι να καταλάβει με ποιον τρόπο ο πελάτης δομεί τον κόσμο μέσα του και πως αυτό μπορεί να τον επηρεάζει συναισθηματικά ή στην συμπεριφορά του. Όταν αναγνωρισθούν κάποια διεργασιακά λάθη στον τρόπο σκέψης του πελάτη, τότε ο σκοπός της θεραπείας, μέσα από ένα πλήθος διαφορετικών τεχνικών, είναι να αλλάξει αυτή τη δομή, έτσι ώστε να γίνει περισσότερο λειτουργική για τον ίδιο τον πελάτη (γνωσιακή αναδόμηση).


Πρόκειται για τον όρο που χρησιμοποιείται στην περιγραφή της φύσης της σχέσης ανάμεσα στον θεραπευτή και τον πελάτη, ως επακόλουθο του παραπάνω ορισμού της φαινομενολογίας. ∆ιάφορες πηγές αναφέρονται στη σχέση αυτή με τον όρο συνεργασιακό τόλμημα. Κάθε βήμα της θεραπείας και κάθε καινούργιος στόχος της βασίζεται σε αυτή τη συνεργασία. Πολλές φορές, οι θεραπευτές εκφράζουν αυτή τη διάσταση της γνωσιακής προσέγγισης στον πελάτης τους με το ακόλουθο τρόπο: «Εσύ και εγώ θα συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα σου», αντί για το συνηθισμένο «εγώ θα σε θεραπεύσω».

Στη γνωσιακή θεραπεία και ο θεραπευτής αλλά και ο πελάτης έχουν έναν καθοριστικό ρόλο στο να διαλέγουν τους θεραπευτικούς στόχους, να συζητούν και να συναποφασίζουν τους τρόπους με τους οποίους αυτοί οι στόχοι θα επιτευχθούν.


Μ’ αυτό τον όρο περιγράφονται οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή της γνωσιακής θεραπείας, όπως η αναγνώριση των γνωσιακών διαδικασιών, των αυτόματων αρνητικών σκέψεων ή των σχημάτων μέσα από τα οποία αντιλαμβάνεται ο πελάτης τον εαυτό του και τον κόσμο γύρω του, τη συλλογή στοιχείων γι’ αυτές τις διαδικασίες και τα σχήματα, καθώς και την επανεξέταση και αναδόμηση τους έτσι ώστε να καταστούν περισσότερο λειτουργικά.


Η γνωσιακή θεραπεία χαρακτηρίζεται από δραστηριότητες (πχ. η δουλειά για το σπίτι) που αποσκοπούν στο να διευκολύνουν την εγκαθίδρυση των αλλαγών που κάνει ο πελάτης κατά τη διάρκεια της θεραπείας του, έτσι ώστε αυτές οι αλλαγές να πάρουν ένα γενικευμένο χαρακτήρα. Αποτελώντας μέρος της γενικότερης φιλοσοφίας της, η γνωσιακή θεραπεία δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο πως σκέφτεται, συμπεριφέρεται και αισθάνεται ο πελάτης έξω από το χώρο των θεραπευτικών συνεδριών.