
Διπλά μηνύματα-Διπλοί δεσμοί
Η απεικόνιση της ασάφειας
Οι ασάφειες, τα παράδοξα, τα διπλά μηνύματα ακόμη και οι «διπλοί δεσμοί», είναι από τα πιο επαναλαμβανόμενα στοιχεία της κοινωνικής ζωής ωστόσο παραμένουν από τα πιο δύσκολα για να εξηγήθούν είτε στη θεωρία είτε στη συνηθισμένη συνομιλία.
“Δεν αισθάνομαι καλά
Επομένως είμαι κακός, επομένως κανείς δεν με αγαπά
Νιώθω καλά
Ως εκ τούτου, είμαι καλός, επομένως όλοι με αγαπούν
Είμαι καλός
Δεν μ ‘αγαπάς
Επομένως είσαι κακός. Άρα δεν σε αγαπώ.
Είμαι καλός
Με αγαπάς
Επομένως είσαι καλός. Οπότε σε αγαπώ.
Είμαι κακός
Με αγαπάς
Επομένως είσαι κακός.“
Το διπλό μήνυμα
Η σημαντικότητα του διπλού μηνύματος στην επικοινωνία και στην οργάνωση των σχέσεων μέσα στην οικογένεια αλλά και στην κοινωνία αποτέλεσε ένα σταθμό στην προσπάθεια κατανόησης του τι συμβαίνει μεταξύ των ανθρώπων. Το “ανακάλυψε”, θα μπορούσαμε να πούμε, ο Gregory Bateson το 1952 κατά την διάρκεια ερευνών για την κατανόηση των παραδόξων στην επικοινωνία των ανθρώπων.
Στην επικοινωνία, ανάμεσα σε δυο η περισσότερα άτομα το ένα γίνεται πομπός και το άλλο δέκτης, μετά ο πομπός γίνεται δέκτης και ο δέκτης πομπός. Το μήνυμα ανάμεσα στον δέκτη και τον πομπό, εμπεριέχει δυο διαφορετικά επίπεδα επικοινωνίας το σαφές και το ασαφές. Το σαφές επίπεδο, είναι αυτό που είναι ορατό και συνήθως εκφράζεται με λόγο ενώ το ασαφές εκφράζεται με την συμπεριφορά, την κίνηση, την γκριμάτσα του προσώπου, την αίσθηση. Η επικοινωνία λοιπόν, ανάμεσα σε ένα γονέα και ένα παιδί, μπορεί να πάρει πολλές προεκτάσεις ανάμεσα σε αυτά τα δυο διαφορετικά επίπεδα.
Συνήθως το ασαφές περιεχόμενο του μηνύματος που υπονοείται δεν είναι καθαρό, αλλά αφήνει το δέκτη να το αντιληφθεί και να το ερμηνεύσει σύμφωνα με τα δεδομένα του εαυτού του, αλλά και της σχέσης. Το ποιας ερμηνείας λοιπόν, θα τύχει το ασαφές νόημα, έχει σχέση με την οργάνωση της εκάστοτε σχέσης και την θέση που καταλαμβάνουν τα μέλη της σε αυτή.
Το πρόβλημα αρχίζει να υπάρχει από την στιγμή που ο δέκτης του μηνύματος συναντά δυσκολία να ξεχωρίσει το σαφές περιεχόμενο του μηνύματος και τι είναι αυτό που υπονοεί.
Παράδειγμα:
Μια μητέρα αγοράζει δυο μπλουζάκια στο παιδί της, ένα κόκκινο και ένα κίτρινο. Το παιδί φοράει το κόκκινο μπλουζάκι και η μητέρα του λέει “ δεν σου αρέσει το κίτρινο μπλουζάκι που σου πείρα; ” Τότε το παιδί φοράει το κίτρινο μπλουζάκι και η μητέρα του λέει “ το κόκκινο χρώμα δεν σου άρεσε πολύ ε;” Όταν ο γιος της αποφασίζει κάποια στιγμή να φορέσει συγχρόνως και τα δύο τότε εκείνη του λέει “ Καλό μου παιδί εγώ πάντα το ήξερα ότι ήσουν ένα περίεργο παιδί”. Το παράδειγμα αυτό φανερώνει, το επίπεδο νοσηρότητας στο οποίο μπορεί να οδηγηθεί η γονεϊκή σχέση μέσα από το διπλό μήνυμα.
Άλλα παραδείγματα: “ Έλα στην αγκαλιά μου” λέει μια μητέρα και κρατά τα χέρια της σταυρωμένα. “Έχω θυμώσει πολύ” λέει η μητέρα γελώντας. “ Όλα πάνε καλά “ λέει ένας πατέρας φανερά θυμωμένος.
Εάν είμαστε παρατηρητικοί θα βρούμε μια ατελείωτη γκάμα διπλών μηνυμάτων στην καθημερινότητα των οικογενειακών μας σχέσεων!

Το διπλό μήνυμα στερεί την ελευθερία
Το διπλό μήνυμα λοιπόν, αρνείται την ελεύθερη εκλογή του άλλου είτε είναι παιδί, είτε έφηβος/η, είτε νέος/α μέσα στην οικογένεια. Διατηρεί την “αδυναμία” του να μπορεί να αποφασίσει μόνο του, και μπορεί να το οδηγήσει σε μια μορφή συμπεριφορά “ρομπότ” όταν δεν του δίνεται η δυνατότητα να διαλέξει. Ή, όταν προσφέρονται δύο λύσεις, δηλαδή του προσφέρεται η δυνατότητα να διαλέξει, κάτω από τις συνθήκες επικοινωνίας που παρουσιάσαμε, τότε μπορεί να βρεθεί σε δίλημμα και να μην μπορεί να διαλέξει.
Το άτομο που βρίσκεται μπροστά στην αδυναμία να διαλέξει αυτοκατηγορείται, δηλαδή θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για αυτή την κατάσταση. Αισθάνεται ντροπή και δεν ξέρει ποια απάντηση να δώσει όταν αναφέρεται στον εαυτό του. Νιώθει ανελεύθερο, δεν μπορεί να σκεφτεί και να πάρει μια απόφαση και όταν απαντά αισθάνεται σαν οι απαντήσεις που δίνει, να ανήκουν σε κάποιον άλλον. Έτσι όταν δεν νιώθει ελεύθερος να πάρει κάποια απόφαση για τον ίδιο, συνήθως δεν την παίρνει. Αυτή η κατάσταση μπορεί να επιφέρει τον θυμό για τον άλλον, στην περίπτωσή μας, για τους γονείς, αλλά συγχρόνως να μην παίρνει και το δικαίωμα να τους ασκήσει κριτική, αλλά αντιθέτως προσπαθεί να τους δικαιολογήσει.

Τα διαφορετικά συστατικά του διπλού μηνύματος.
Τα δυο πρόσωπα έχουν μια δυνατή σχέση
Τέτοιες σχέσεις τις βρίσκουμε στην οικογένεια ανάμεσα σε γονέα και παιδί. Σε σχέσεις ιεραρχικές όπως στο στρατό, ανάμεσα σε κατώτερους και ανώτερους. Μέσα στο σχολείο ανάμεσα σε καθηγητή και σε μαθητή. Μέσα σε επιχειρήσεις ανάμεσα στον ανώτερο και κατώτερο υπάλληλο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το ένα μέλος τις σχέσης έχει την ισχύ και το άλλο εξαρτάται από αυτό.
Στην περίπτωση της οικογένειας, έχει να κάνει με την θέση ενός παιδιού το οποίο είναι εξαρτώμενο συναισθηματικά και υλικά από τον γονέα και δεν μπορεί να εγκαταλείψει αυτή την σχέση. Αυτό που είναι χειρότερο στην περίπτωση της οικογένειας είναι ότι ο αδύνατος πόλος της σχέσης, δηλαδή το παιδί, έχει να αντιμετωπίσει τον άλλο πόλο ο οποίος αποτελείται από δυο πρόσωπα, μητέρα και πατέρα και μάλιστα η κατάσταση γίνεται πολύ δύσκολη, όταν αυτά τα δύο πρόσωπα δεν συμφωνούν.
Το ισχυρό μέλος της σχέσης εκφράζει δυο τύπους μηνύματος.
Αυτό έχει να κάνει, όπως είπαμε με ότι το μήνυμα μπορεί να είναι λεκτικό και συγχρόνως συμπεριφορικό, ή δύο λεκτικά μηνύματα, τα οποία δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Δηλαδή, με το ένα να υπάρχει ένα κάλεσμα και με το άλλο μια απώθηση. Σε αυτή την περίπτωση το δίλημμα εμπεριέχεται ήδη μέσα στο μήνυμα.
Το ανίσχυρο μέλος της σχέσης δεν μπορεί να εκφραστεί μέσα στην σχέση.
Είτε διότι δεν του παρέχεται το δικαίωμα να κάνει κάτι τέτοιο, είτε διότι η κατάσταση είναι τόσο μπερδεμένη που το ανίσχυρο μέλος δεν ξέρει τι να κάνει και τι να πει. Επίσης ένα παιδί που δεν έχει γνωρίσει μέσα στην οικογένεια παρά μόνο αυτό τον τρόπο επικοινωνίας, είναι αδύνατο να φανταστεί κάτι άλλο.
Το ισχυρό μέλος προσθέτει μια άρνηση τριών διαστάσεων:
“Δεν μπορείς να εγκαταλείψεις την σχέση”.
“ Εάν με εγκαταλείψεις σημαίνει ότι δεν με αγαπάς”.
“’Εάν κάνεις αυτό ξεπερνάς τον κανόνα”.
Αυτές οι αρνήσεις έρχονται να επηρεάσουν την ταυτότητα του ανίσχυρου μέλους της σχέσης, στο επίπεδο της ύπαρξης αλλά και της πράξης, δηλαδή σε αυτό που είναι και αυτό που κάνει.
Η σχέση είναι επαναλαμβανόμενη
Δηλαδή γίνεται μια συνήθεια διότι επαναλαμβάνεται, ώστε να αποκτήσει μια “νομιμότητα” και να μην μπορεί να αμφισβητηθεί από το ανίσχυρο μέλος.
Στο τέλος η επανάληψη δεν είναι αναγκαία
Δηλαδή μετά από πολλές επαναλήψεις το ανίσχυρο μέλος έμαθε να αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση σαν φυσιολογική σε βαθμό τέτοιο ώστε και το ίδιο, το ανίσχυρο μέλος, να μην μπορεί να αμυνθεί παρά μόνο με την φαντασία του, που σημαίνει ότι μπορεί να εσωτερικεύσει αυτή την κατάσταση.
Από την άλλη το ισχυρό μέλος, κρύβεται πίσω από αυτή την κατάσταση, προσπαθώντας να αμυνθεί σε δικές του εσωτερικές αναταραχές που μπορούν να βγουν στην επιφάνεια από μια διαφορετική αντιμετώπιση της σχέσης και του ανίσχυρου μέλους π. χ. Χάδι, αγάπη, καλός λόγος.

Τα μέλη που επικοινωνούν με διπλά μηνύματα εμπλέκονται σε σχέσεις και μορφές αλληλεπίδρασης που χαρακτηρίζονται από φαύλους κύκλους, ισχυρές αντιφάσεις και βιώνονται με έντονο αίσθημα ενοχής. Η συναισθηματική εμπλοκή και η σύγκρουση στον άξονα της αντιφατικής εμπειρίας, τις περισσότερες φορές παραμένουν άρρητες, ενδοβάλλονται στα άτομα και επηρεάζουν ως έναν βαθμό τη συμπεριφορά τους όχι μόνο εντός του οικογενειακού πλαισίου, αλλά και έξω από αυτό.
Τέτοιες καταστάσεις, ονομάζονται διπλοί δεσμοί, και το χαρακτηριστικό τους είναι πως ό,τι και να κάνεις, θα είσαι ένοχος.
Το σημαντικότερο λοιπόν στην επικοινωνία των οικογενειακών σχέσεων δεν είναι αυτό που φαίνεται αλλά αυτό που κρύβεται.

