Η καλοσύνη των ξένων
Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογένειες που δεν παρέχουν ένα υποστηρικτικό περιβάλλον και δεν δέχονται σε ικανοποιητικό βαθμό αγάπη και φροντίδα, συχνά μονώνουν τον ψυχισμό τους προκειμένου να μην αντιδράσουν σε αυτή την έλλειψη και να μην βιώσουν τα επώδυνα συναισθήματα πόνου, οργής, μίσους και ματαίωσης.
Ταυτόχρονα, προστατεύουν τους σημαντικούς άλλους ώστε να μην χάσουν τη θέση που έχουν στη καρδιά τους ή να μην χάσουν την καλή έξωθεν μαρτυρία σε κοινωνικό επίπεδο.
Τα παιδιά αυτά αναπτύσσουν άμυνες ως μηχανισμούς επιβίωσης και έτσι φαίνονται προς τα έξω δυναμικά, ικανά, ανεξάρτητα, μεγαλύτερα από την ηλικία τους και συχνά συναισθηματικά αποστασιοποιημένα. Ενώ βιώνουν την έλλειψη ως πραγματικότητα, δεν έχουν τρόπο να ζητήσουν φροντίδα.
Βρίσκουν καταφύγια σε υποκατάστατα τα οποία συχνά είναι καταστροφικά (εξαρτήσεις, παρέες, αυτοτραυματισμούς, καταναλωτισμό κτλ), ενώ άλλες φορές είναι προς όφελος της εξέλιξή τους.
Η καταφυγή στη σκέψη, η εργασιομανία και η υπευθυνότητα από πολύ μικρή ηλικία συχνά κρύβουν μια έλλειψη φροντίδας που προσπαθεί να καλυφθεί είτε με τη μορφή της αυτοφροντίδας, είτε με την ανάγκη της επιβράβευσης. Επειδή, είναι ιδιαίτερα ικανά, δημιουργικά και αξιόπιστα αυτά τα παιδιά ξεχωρίζουν και γίνονται αποδεκτά πολύ εύκολα από τους τρίτους.
Η αποδοχή αυτή γίνεται αντιληπτή ως καλοσύνη, δηλαδή ως χαρακτηριστικό γνώρισμα των άλλων και όχι ως συνέπεια της δικής τους ύπαρξης. Η πυρηνική πεποίθηση ότι θα πρέπει να αποδείξουν ότι αξίζουν την αγάπη και το ενδιαφέρον των άλλων συνοδεύει μέχρι την ενήλικη ζωή αυτά τα παιδιά και συχνά δεν αποβάλλεται ποτέ.
Η πορεία προς την ενηλικίωση και την θεραπεία για αυτούς τους ανθρώπους είναι μακροχρόνια. Είναι αναγκαίο να πενθήσουν και να αναγνωρίσουν τα όρια των σημαντικών άλλων, να επιδιώξουν επανορθωτικές σχέσεις και εμπειρίες, να εργαστούν εσωτερικά, ώστε να αποκτήσουν μια πιο απαρτιωμένη αίσθηση εαυτού και να ενεργοποιήσουν τη δική τους ικανότητα για αγάπη και φροντίδα προς τους άλλους.