Ψυχοθεραπεία,  Ψυχολογία

Θεωρητικό υπόβαθρο των Work Discussion Groups

Οι Rustin και Bradley (2008) ορίζουν την WDG ως «Η συστηματική συζήτηση για εμπειρία εργασίας με μικρές και σταθερές ομάδες επαγγελματιών εργαζομένων».
Το καθήκον μπορεί να γίνει κατανοητό ως η συζήτηση της εμπειρίας, που οδηγεί στη βιωματική μάθηση μέσω της εξέτασης των συναισθημάτων που προκαλούνται στον εργαζόμενο από την εργασία (Bradley & Rustin, 2008). Το WDG μπορεί να μοιάζει με ομάδα/συνεδρία εποπτείας, με κύκλο εργαζομένων που συνοδεύεται από έναν ή δύο συντονιστές.

Συνήθως, κάθε συνάντηση περιλαμβάνει έναν ή δύο συμμετέχοντες που θα φέρνουν μια υπόθεση/ ανησυχία. Στη συνέχεια, η συζήτηση καθοδηγείται προσεκτικά από τον συντονιστή. Οι συμμετέχοντες ενθαρρύνονται να μην βιαστούν να βρουν λύσεις, αλλά να ανοίξουν διαφορετικές προοπτικές και τρόπους σκέψης· να μπορέσουν να αναπτύξουν μια βαθύτερη κατανόηση ως προς τι μπορεί να συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια (λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της δυναμικής του ασυνείδητου στα άτομα της ομάδας).

Θεωρητικά πλαίσια του WDG
Οι Rustin και Bradley (2008) εξηγούν το θεωρητικό υπόβαθρο ως: «μια πίστη στο κεντρική σημασία της συναισθηματικής δυναμικής της εμπειρίας στην εργασία. Αυτό συνεπάγεται επικέντρωση στα συναισθήματα, τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα, που προκαλούνται στον εργαζόμενο από το καθήκον, το πλαίσιο, τους θεσμικούς περιορισμούς και τις καθημερινές σχέσεις».
Η θεωρητική θεμελίωση είναι πρωτίστως ψυχαναλυτική, αλλά αντλεί και από τη θεωρία συστημάτων και αναπτυξιακή και γνωστική ψυχολογία.

Το δυναμικό ασυνείδητο και το αμυνόμενο υποκείμενο

Το ασυνείδητο είναι άγνωστο στον συνειδητό εαυτό μας: εν μέρει λόγω της προέλευσής του, αλλά και λόγω της αναγκαιότητας της καταστολής του (Bibby, 2018). Η έννοια του αμυνόμενου υποκειμένου είναι αυτή του εαυτού που συνεχώς χρειάζεται να προστατεύει τον εαυτό του και τους άλλους από το (καταπιεσμένο) χειρότερο εαυτό του (Bibby, 2018). Το υποκείμενο αμύνεται από τα άγχη που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση του εαυτού και τον κοινωνικό κόσμο. Τα άγχη, με αυτή την έννοια, νοούνται ως ασυνείδητο, αίσθηση απειλής για τις ανθρώπινες ανάγκες, π.χ. να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ασφαλή (σωματικά και συναισθηματικά) να αισθάνεται σύνδεση με τους άλλους, να μη νιώθει αβοήθητος.
Αν το άτομο δεν μπλοκάρει τα άγχη μέσω αμυντικών μηχανισμών η προκύπτουσα κατάσταση μπορεί μοιάζει τρομακτική. Έτσι, το άτομο αξιοποιεί αμυντικούς μηχανισμούς-καταστολή, μετατόπιση, σχηματισμός αντίδρασης, αποζημίωση, άρνηση, προβολή, διανοητικότητα και παλινδρόμηση (Kramer, 2010).

Δεν είναι μόνο τα άτομα που υιοθετούν άμυνες ως απάντηση στο άγχος. Σε όλα τα ιδρύματα, ένα συγκεκριμένο έργο μπορεί να υποκινεί ανησυχίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Οι μεμονωμένες άμυνες μπορούν να συγχωνευθούν για να δημιουργήσουν μια κουλτούρα αμυντικών τεχνικών που μπορούν στη συνέχεια να επηρεάσουν τα άτομα στο σύστημα. Οι κοινωνικές άμυνες είναι σε κάποιο βαθμό απαραίτητες για την αντιμετώπιση του άγχους.
Ωστόσο, οι άμυνες μπορεί να γίνουν άκαμπτες και αντίθετες με το επιδιωκόμενο οργανωτικό έργο. Οι κοινωνικές άμυνες μπορούν να θεωρηθούν ως συλλογικές, ασυνείδητες ρυθμίσεις (διαδικασίες, δομές και πολιτικές) που χρησιμοποιούν οι ομάδες για να αμυνθούν συλλογικά.