Παιδαγωγικά,  Ψυχοθεραπεία

Παρατήρηση βρέφους

Μέσω της παρατήρησης βρέφους, κανείς γίνεται ευαίσθητος σε πρώιμους τρόπους επικοινωνίας, καταλαβαίνει τη γλώσσα του σώματος και είναι σε επαφή με μη-λεκτικές εμπειρίες. Η ανάπτυξη αυτών των ικανοτήτων μπορεί να είναι ιδιαίτερα βοηθητική στους κλινικούς που δουλεύουν με βρέφη και μικρά παιδιά, όπου σωματικοί τρόποι έκφρασης μπορεί να υποδηλώνουν τι συμβαίνει στο νου του ασθενή.

Μέσα από την εξοικείωση με τα ασυνείδητα στοιχεία συμπεριφοράς και πλέγματα επικοινωνίας μπορεί κανείς να κατανοήσει την ψυχική λειτουργία και να υπερβεί την φαινομενολογική εξήγηση των συμπτωμάτων (Λάγιου-Λιγνού, 2008). Στο κλινικό πλαίσιο η στενή παρατήρηση της συμπεριφοράς του βρέφους/παιδιού σε σχέση με το θεραπευτή και τους γονείς είναι κεντρική στην κατανόηση της συνειδητής και ασυνείδητης επικοινωνίας μεταξύ παιδιών, γονιών και θεραπευτή.

Η ικανότητα να παρακολουθούμε και να στοχαζόμαστε πάνω σε αυτό που είναι μπροστά μας είναι η πρώτη και κύρια προϋπόθεση. Η ενορατική δεξιότητα του θεραπευτή του επιτρέπει να είναι δεκτικός και ψυχικά διαθέσιμος για να αναγνωρίζει τα επικοινωνιακά μηνύματα του ασθενούς του. Χρειάζεται να κοιτάμε μέσα μας και να αναρωτιόμαστε πως νιώθουμε και γιατί και αν αυτό συνδέεται με το τι συμβαίνει στο «εδώ και τώρα» της συνεδρίας. Για να είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι, πρέπει να διατηρήσουμε την ικανότητα να βλέπουμε ταυτόχρονα προς τα μέσα και προς τα έξω (Λάγιου-Λιγνού, 1993. 1999).


Η άσκηση στην παρατήρηση βρέφους συμβάλλει στην ανάπτυξη διαγνωστικών και θεραπευτικών ικανοτήτων, όχι μόνο των ψυχοθεραπευτών αλλά και της ευρύτερης ιατροπαιδαγωγικής ομάδας. Η μέθοδος αυτή τους προσφέρει τη δυνατότητα σύνθεσης των ποικίλων μαθησιακών τους εμπειριών. Έχοντας ήδη εκτεθεί σε έντονη διανοητική δραστηριότητα για να γνωρίσουν θεωρητικά το αντικείμενο τους, έχουν πλέον μεγάλη ανάγκη από μια άλλου είδους γνώση: τη γνώση που αποκτάται μέσω της συναισθηματικής συμμετοχής, υπό την έννοια ότι κάποιος έρχεται σε επαφή με το αντικείμενο και το βιώνει άμεσα, έτσι ώστε αυτή η γνώση να γίνεται μέρος του εαυτού.


Η Martha Harris (1978), περιγράφοντας τη χρησιμότητα της παρατήρησης βρέφους στην προετοιμασία του κλινικού, επισημαίνει την ικανότητα να διατηρεί κανείς τα ερωτήματα και τις αμφιβολίες -μια κατάσταση υπομονής – όπως προτείνει, η οποία βοηθά να αποφύγουμε πρόωρες ερμηνείες και παρεμβάσεις επηρεασμένες από άγχος και υπερβολικό θεραπευτικό ζήλο. Σταδιακά ο παρατηρητής γίνεται πιο δεκτικός και μπορεί να ανακαλύψει την ουσία του συναισθηματικού περιεχόμενο σε αυτό που βλέπει, ακούει και νιώθει μέσα του.

«Χρειάζεται να καθίσει κανείς με τα παιδιά για αρκετό διάστημα παραμένοντας στο σκοτάδι χωρίς να ξέρει τι συμβαίνει, μέχρι κάτι να αναδυθεί από το βάθος ρίχνοντας φως […] Αυτό επιβάλλει στον αναλυτή παιδιών να εξαρτάται από το ασυνείδητο του για να αντλήσει στοιχεία που θα δώσουν νόημα στο παιχνίδι του παιδιού και την εξωλεκτική επικοινωνία του».

Bick (1962)