Ψυχοθεραπεία,  Ψυχολογία

Ποιός έχει λόγο στην ευθύνη;

Να αγαπάς την ευθύνη,
να λες εγώ, εγώ μονάχος μου
θα σώσω τον κόσμο.
Αν χαθεί, εγώ θα φταίω.

Ν. Καζαντζάκης

Από τις πιο συχνές φράσεις που ακούμε στη διάρκεια της ζωής μας είναι “πρέπει να είσαι υπεύθυνος/η”. Απέναντι στους άλλους, στις υποχρεώσεις, για τις πράξεις και τις συμπεριφορές

Τι γίνεται όμως με τον ίδιο μας τον εαυτό; Είμαστε το ίδιο υπεύθυνοι απέναντι σε εμάς τους ίδιους; Και τι σημαίνει να έχω την ευθύνη του εαυτού μου; 

Αναλαμβάνω την ευθύνη του εαυτού μου σημαίνει ότι μπορώ να αναγνωρίσω τις επιθυμίες και τα συναισθήματα μου, ώστε οι αποφάσεις και οι συμπεριφορές να αποτελούν επιλογή μου, δηλαδή να είναι δική μου ευθύνη. Το δικαίωμα της επιλογής προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης καθώς με αυτό τον τρόπο μπορούμε να προχωράμε ενεργητικά στη ζωή μας. Σε αντίθετη περίπτωση φαίνεται να αποδεχόμαστε την αδυναμία επιλογής, γεγονός που μας καθιστά έρμαια των καταστάσεων.

Η ανάληψη της προσωπικής ευθύνης αποτελεί άμεση προυπόθεση για την όποια συνειδητή απόφαση που θα έχει διάρκεια στο χρόνο και θα λειτουργεί εξελικτικά. Συστατικά στοιχεία της ευθύνης είναι η αυτογνωσία, η υιοθέτηση ενεργητικής στάσης, και η επεξεργασία και νοηματοδότηση των γεγονότων και των συνθηκών της ζωής. Η ανάληψη της προσωπικής ευθύνης για αλλαγή είναι μονόδρομος στα πλαίσια μιας ώριμης στάσης και προυποθέτει ελευθερία. Συνεπώς ευθύνη σημαίνει εξουσία. Αν έχω την ευθύνη του εαυτού μου, τότε έχω και τη δυνατότητα των επιλογών μου.

Τα αναγκαία όρια

Τα όρια που θέτουμε ανάμεσα σε εμάς και τους άλλους και το σημείο όπου σταματά η δική μας ευθύνη και ξεκινά των υπόλοιπων αποτελεί ακόμα ένα σημείο διερεύνησης και επεξεργασίας. Η αίσθηση ότι μπορούμε να επιλέγουμε και να διαχειριζόμαστε τις καταστάσεις στη ζωή μας αποτελεί δικαίωμα τόσο δικό μας όσο και των υπόλοιπων, που μπορούν ομοίως να επιλέγουν για τη δική τους ζωή. Παρόλα αυτά, η ευθύνη συχνά σχετίζεται με υπαιτιότητα, φταίξιμο και ενοχή. 

Ο άνθρωπος που αναλαμβάνει την ευθύνη του εαυτού και της ζωής του, παίρνει αποφάσεις και πρωτοβουλίες που συχνά τον διαφοροποιούν, προκαλώντας ανάμεικτα και συχνά αρνητικά συναισθήματα στους άλλους.

Η ανάληψη ευθύνης για λογαριασμό άλλων ίσως αποτελεί ένδειξη ανάγκης αποδοχής ή αναζήτησης φροντίδας. Αναλαμβάνοντας ευθύνες άλλων πιστεύουμε ότι γινόμαστε αποδεκτοί από εκείνους ή τους φροντίζουμε με τρόπο που θα θέλαμε εκείνοι να μας φροντίσουν αλλά από την άλλη πλευρά τους στερούμε το δικαίωμα επιλογής-ευθύνης.

Αντίθετα, η μη ανάληψη ευθύνης σχετίζεται με αίσθηση αδικίας, παθητικό-επιθετικές συμπεριφορές αντεπίθεσης και αέναη μεταφορά ευθυνών στους άλλους (γονείς, σύντροφοι, παιδιά, φίλοι, συνάδελφοι, συνθήκες).

Το δευτερογενές όφελος της θυματοποίησης

Ο όρος “ευθύνη” συνοδεύεται από φόβο και άγχος. Πολλοί άνθρωποι διακατέχονται από απολογητική διάθεση προκειμένου να εξηγήσουν τους λόγους που τους οδήγησαν σε μια συμπεριφορά ή ακόμα και να αποποιηθούν των ευθυνών που τους αναλογούν. Συνήθως, όμως, με αυτόν τον τρόπο καταλήγουν να θυματοποιούν τον εαυτό τους αφού θεωρούν ότι η ευθύνη άρα και οι λύσεις των προβλημάτων δεν ανήκουν σε εκείνους και δε βρίσκονται στο πεδίο των επιλογών τους. 

Η αναγνώριση και ανάληψη της ευθύνης, σίγουρα, δεν είναι εύκολη υπόθεση αφού μας φέρνει μπροστά σε άλλα δύσκολα συναισθήματα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία όμως μπορούμε να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας και να αποκτήσουμε τον έλεγχο της ζωής μας.

Οι συνθήκες όντως ευθύνονται για πολλά προβλήματα στη ζωή μας. Το πλαίσιο, είτε το κοινωνικό, είτε το εργασιακό, είτε το οικογενειακό δεν είναι ποτέ ιδανικό. Η αλλαγή του πλαισίου και η μαγική προσαρμογή του στα μέτρα μας, αποτελεί φαντασίωση. Συνεπακόλουθα, η διάψευση της φαντασίωσης που συμβαίνει αναπόφευκτα οδηγεί στη παραίτηση και σε εύκολες λύσεις που αν και ανακουφίζουν πρόσκαιρα, τελικά διαμορφώνουν συνθήκες ζωής με δυσμενείς όρους. 

Έτσι αναπόφευκτα κάτω από δύσκολες συνθήκες έχουμε να αποφασίσουμε πώς θα συνεχίσουμε.

«Όταν δεν είμαστε πλέον σε θέση να αλλάξουμε μία κατάσταση, είναι τότε η στιγμή να αλλάξουμε τον εαυτό μας.»

Victor Frankl*

* Ένας θεωρητικός που ασχολήθηκε εκτενώς με το νόημα της ζωής ήταν ο βιεννέζος ψυχίατρος Viktor Frankl. Ο Frankl κατά τον B’ παγκόσμιο πόλεμο φυλακίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς, από όπου κατάφερε να επιβιώσει. Στο βιβλίο του «Το νόημα της ζωής» που έχει γίνει Best seller, περιγράφει τα τραγικά βιώματά του εκεί ενώ παραθέτει και τους προβληματισμούς του σχετικά με το νόημα της ζωής. Κάτι που παρατήρησε ο Frankl από την εμπειρία του στο στρατόπεδο ήταν ότι η διαφορά όσων επιβίωσαν από όσους δεν τα κατάφεραν ήταν ότι οι πρώτοι είχαν ένα ισχυρό νόημα για τη ζωή τους, που τους έκανε ανθεκτικούς απέναντι στη βιαιότητα και τον περιορισμό. Ο ίδιος συμπέρανε ότι ακόμη και στις χειρότερες συνθήκες, ο άνθρωπος έχει πάντα την ελευθερία να επιλέξει τί στάση θα κρατήσει απέναντι σε αυτές.

Σύμφωνα με τη θεωρία του πρωταρχικό κίνητρο του ανθρώπου αποτελεί η ανάγκη του να βρει νόημα στη ζωή του, ένα νόημα μοναδικό και ιδιαίτερο. Η συνειδητοποίηση και μόνο ότι κανείς άλλος δεν μπορεί να αντικαταστήσει το έργο του στην εκπλήρωση της αποστολής του είναι ουσιαστικά αυτή που δίνει σκοπό και νόημα στη ζωή του.

Ο Frankl πρότεινε πως το νόημα της ζωής είναι κάτι που διαρκώς μεταβάλλεται όσο ζούμε.