
Τραύμα και πρωταρχικό αντικείμενο
Ο τρόπος, που θα επιδράσει ένα τραυματικό γεγονός, ποικίλλει ανάλογα με το ιδιαίτερο νόημα που έχει για το κάθε υποκείμενο το συγκεκριμένο συμβάν και βάσει της ιδιοσυγκρασίας του υποκειμένου.
Ο Blum, το 1986, θεωρεί ότι καθοριστικοί παράγοντες ευαλώτόητας στην έννοια της τραυματογένεσης, διαδραματίζουν η προοιδιποδιακή δομή και η φάση ανάπτυξης, κατά την οποία έλαβε χώρα το τραυματικό συμβάν.
Αντίξοες περιβαλλοντικές εμπειρίες και βλαπτικοί αναπτυξιακοί παράγοντες, στους οποίους εκτίθεται κατ’ εξακολούθηση το υποκείμενο, συνιστούν μία συνθήκη χρόνιας διέγερσης- υπερέντασης. Η έννοια που ανέπτυξε ο Khan το 1963 του «αθροιστικού τραύματος» είναι συγγενής με αυτήν την κατάσταση συσσωρευόμενης υπερέντασης.
Οπότε, το παιδικό ψυχικό τραύμα μπορεί να προκληθεί από μία σειρά παραγόντων. Η κακομεταχείριση, η βία, η παραμέληση, η σεξουαλική διέγερση, η απουσία φροντίδας είναι κάποιοι από αυτούς. Πραγματικά γεγονότα όπως απώλεια (θάνατος, φυσικές καταστροφές, πόλεμος κ.ά.) καθώς και πλήγματα ναρκισσιστικού χαρακτήρα (ασθένεια, απώλεια αγάπης του Υπερεγώ κ.ά.) μπορεί να καθηλώσουν το τραυματισμένο υποκείμενο.
Ο Δημόπουλος γράφει για τον ρόλο της μητρικής σαγήνης στη θεωρία του τραύματος. Υπό την παραδοχή ότι, κάθε φροντίδα του σώματος του παιδιού συνιστά μια διέγερση αισθητηριακή-τραύμα, εισάγεται η υπόθεση ότι η μητέρα με τις σωματικές φροντίδες τραυματίζει το παιδί, σαγηνεύοντας το. Φυσικά ο τραυματικός ρόλος της μητέρας δεν περιορίζεται μόνο στις φροντίδες. Από την άλλη ωστόσο, η απουσία διέγερσης μπορεί να ισοδυναμεί με εισροή διεγέρσεων και να είναι επίσης τραυματική (Δημόπουλος, Β 2018).
Τα διεγερτικά ερεθίσματα μπορεί να είναι εξωτερικά ή εσωτερικά. Ο Μπαλιντ το 1969 (Balint, M 1969) διακρίνει την οικονομική θεωρία του τραύματος (υπερβολικά ερεθίσματα προκαλούν τη διάσπαση του φραγμού ενάντια στα ερεθίσματα και το Εγώ πλημμυρίζει με υπερβολική διέγερση) από τη δομική θεωρία του τραύματος, όπου το τραύμα δεν προέρχεται από την εξωτερική πραγματικότητα, αλλά παράγεται από τη φαντασία του υποκειμένου.
Σε αυτή τη δεύτερη θεωρία, την οποία ονομάζει δομική, δεν μπορούμε πλέον να μιλήσουμε για τον κατακλυσμό του Εγώ από τις διεγέρσεις, ωστόσο διακρίνουμε την ισχυρής ποιότητας σύγκρουση μεταξύ των μερών του ψυχικού οργάνου του υποκειμένου (Το Αυτό που ωθεί το Εγώ στη φαντασίωση, σε αντιδιαστολή με το Υπερεγώ που το καταστέλλει ).
Σε κάθε περίπτωση, τόσο στον εξωτερικό όσο και στον εσωτερικό κόσμο, το τραύμα απαιτεί τουλάχιστον δύο άτομα. Αυτό ξεκινά με τη μητέρα (Balint, M 1969). Το μη ταίριασμα (misfit), μεταξύ μητέρας και μωρού, θα οδηγήσει σε αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ τους και σε τραυματική κατάσταση.
Επικουρικά, η αδυναμία του υποκειμένου να αντιμετωπίσει το τραυματικό μπορεί να οδηγήσει το υποκείμενο σε μία συνθήκη επιστράτευσης κάθε «μέσου», που διαθέτει. Αυτά τα «μέσα» δύναται να ενσωματωθούν στη δομή του Εγώ, διαταράσσοντας την εξέλιξη του υποκειμένου και συνιστούν αυτό που ονομάζεται από τον Μπαλίντ «βασικό σφάλμα». Σε αυτή την ανάγνωση, το βασικό σφάλμα συνιστά ένα σημείο καθήλωσης, το οποίο θα πρέπει να επιλυθεί προκειμένου το υποκείμενο να βρει νέους τρόπους αντιμετώπισης των δυσκολιών (Baranger et al, 1988).

