Τύποι ορίων
Οι τύποι ορίων εντός των υποσυστημάτων μιας οικογένειας διακρίνονται σε:
- εξωτερικά και εσωτερικά όρια,
- ανοιχτά και κλειστά όρια.
Εξωτερικά και εσωτερικά όρια
- Τα εξωτερικά όρια είναι εκείνα που προστατεύουν την οικογένεια από τις εξωτερικές επιδράσεις, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπουν στα μέλη της να επικοινωνούν με τον έξω κόσμο.
- Τα εσωτερικά όρια είναι εκείνα που ουσιαστικά ορίζουν τον τρόπο επικοινωνίας των μελών της οικογένειας και των υποσυστημάτων.
Για την εύρυθμη λειτουργία της οικογένειας τα εσωτερικά όρια πρέπει να είναι ξεκάθαρα και σαφώς προσδιορισμένα, έτσι ώστε να μην υπάρχει σύγχυση μεταξύ των μελών. Υπάρχουν δυο ακραίες περιπτώσεις εσωτερικών ορίων: τα συγκεχυμένα και τα άκαμπτα. Και οι δύο μορφές ορίων επηρεάζουν τη λειτουργικότητα της οικογένειας.
Συγκεχυμένα όρια: Στις περιπτώσεις οικογενειών με συγκεχυμένα όρια υπάρχει πολύ μεγάλη εμπλοκή και παρέμβαση του ενός μέλους με τα υπόλοιπα, αλλά και των υποσυστημάτων μεταξύ τους. Με αυτόν τον τρόπο υπονομεύεται η ανεξαρτησία των μελών που προσκολλώνται το ένα στο άλλο, εξαρτώνται σε υπερβολικό βαθμό το ένα από το άλλο και αδυνατούν να ορίσει το καθένα την ατομικότητά του. Παράδειγμα συγκεχυμένων ορίων είναι όταν ένα παιδί μπορεί να γνωρίζει λεπτομέρειες για τη συζυγική σχέση των γονιών του.
Άκαμπτα όρια: Στις περιπτώσεις οικογενειών με άκαμπτα όρια, η επικοινωνία ανάμεσα στα μέλη είναι δύσκολη και επομένως η οικογένεια αδυνατεί να προστατέψει τα μέλη της. Σε αυτή την περίπτωση, τα άτομα λειτουργούν υπερβολικά αυτόνομα και ανεξάρτητα, χωρίς να μπορούν να επικοινωνήσουν στην ουσία με κανέναν. Παράδειγμα άκαμπτων ορίων είναι όταν ένας γονέας απαγορεύει στον γιο του να πάρει μέρος στην πενθήμερη εκδρομή που διοργανώνει το σχολείο, γιατί είναι της άποψης ότι «τα παιδιά δεν επιτρέπεται να κοιμούνται εκτός σπιτιού».
Ανοιχτά και κλειστά όρια
Ανοιχτά είναι τα όρια που επιτρέπουν την ανταλλαγή κάθε είδους πληροφορίας από και προς τον έξω κόσμο. Για παράδειγμα, οι γονείς που επιτρέπουν στο παιδί τους να συμμετάσχει σε μια αθλητική ομάδα είναι ένα ανοιχτό σύστημα.
Αντίθετα κλειστά είναι τα όρια που δεν επιτρέπουν αυτή την ανταλλαγή πληροφοριών. Κανένα σύστημα δεν θα μπορούσε να επιβιώσει αν ήταν εντελώς κλειστό, γι’ αυτό και όταν αναφερόμαστε σε κλειστά όρια, εννοούμε σχετικά κλειστά.
Καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω ότι υπάρχει ένας βαθμός «ανοιχτότητας»: οι οικογένειες ως συστήματα είναι λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτά. Έτσι, οι περισσότερο ανοιχτές οικογένειες είναι σε θέση να συλλέγουν νέες πληροφορίες και να αλλάζουν κι εκείνες, ενώ οι λιγότερο ανοιχτές έχουν την τάση να απομονώνονται και να μην προσαρμόζονται εύκολα.
Τα όρια σε ένα σύστημα είναι λειτουργικά όταν δεν είναι ούτε πολύ ανοιχτά ούτε πολύ κλειστά. Τα πολύ ανοιχτά όρια μπορεί να σημαίνουν έλλειψη προστασίας από τον έξω κόσμο, έλλειψη συνοχής μεταξύ των μελών και επομένως κίνδυνο για την ταυτότητα της οικογένειας. Τα πολύ κλειστά συνεπάγονται έλλειψη επικοινωνίας, συναισθηματική αποξένωση και επομένως και πάλι κίνδυνο για την ταυτότητα της οικογένειας.
Η λειτουργικότητα των ορίων καθορίζεται από την ευελιξία τους να γίνονται περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά ή κλειστά ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος.
Η διαδικασία προσαρμογής των ορίων από ανοιχτά σε πιο κλειστά και το αντίστροφο είναι συνήθως σταθερή και ακολουθεί κυρίως τις αναπτυξιακές αλλαγές του συστήματος: μετά τον γάμο το σύστημα των συζύγων γίνεται πιο κλειστό για να μπορέσει να αποκτήσει μεγαλύτερη συνοχή, ο ερχομός ενός παιδιού, από την άλλη, κάνει το σύστημα πιο ανοιχτό για να δεχθεί βοήθεια και υποστήριξη και αντίστοιχα τα όρια προσαρμόζονται και στις υπόλοιπες φάσεις της οικογένειας.
Η θέσπιση των ορίων θα πρέπει να γίνεται μέσα σε πνεύμα αμοιβαίας δέσμευσης από όλα τα μέλη του συστήματος της οικογένειας και θα πρέπει να στηρίζεται στο σεβασμό της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής ταυτότητας όλων των μελών από τα πιο νέα μέχρι και τα γηραιότερα. Η τήρηση των ορίων χρειάζεται αλληλοσεβασμό και αλληλοϋποστήριξη και είναι και αυτή μια κοινή δουλειά που αφορά όλα τα μέλη.
Βασικό συστατικό στην θέσπιση των ορίων είναι η αποδοχή και η τήρηση τους και από εκείνον που τα θέτει. Στο σύστημα της οικογένειας εκείνοι που θέτουν τα όρια είναι οι γονείς. Η θέσπιση των ορίων συνεπάγεται την συμφιλίωση με την ιδέα ότι μπορεί να μην «είμαι αρεστός».
Συνεπάγεται, επίσης, την αναγνώριση ότι θα χρειαστεί να επιτηρούνται αυτά τα όρια και θα πρέπει να εφαρμοστούν συνέπειες σε περίπτωση καταπάτησής τους. Αυτή η διαδικασία δεν είναι πάντα εύκολη, ενώ μπορεί να συνεπάγεται και αντιπαραθέσεις. Στις περιπτώσεις των μικρών παιδιών που δοκιμάζουν συνεχώς τα όρια που τίθενται από τους γονείς, η απάντηση των γονέων θα πρέπει να δίνεται με σιγουριά και αποφασιστικότητα. Η σταθερότητα μπορεί να εκφραστεί με ήρεμο τόνο στη φωνή, με εσωτερική βεβαιότητα και αμοιβαίο σεβασμό.