Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και Φιλοσοφία
Tα ερωτήματα που πραγματεύονται οι υπαρξιακοί φιλόσοφοι είναι αυτά που οι άνθρωποι πάντα έθεταν στους εαυτούς τους, αλλά για τα οποια ποτέ δεν έπαιρναν ικανοποιητικές απαντήσεις.
Τι σημαίνει να ζει κανείς;
Γιατί υπάρχει το κάτι και όχι το τίποτα;
Πώς πρέπει να δρω και να σχετίζομαι με τους άλλους;
Πώς μπορώ να ζήσω μια ζωή που αξίζει;
Τι θα συμβεί αφού πεθάνω;
Οι ρίζες της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας βρίσκονται στη φιλοσοφία.
Παρότι όλες οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις έχουν φιλοσοφική βάση, οι περισσότεροι ψυχοθεραπευτές δεν συνηθίζουν να εξετάζουν τα ερωτήματα με φιλοσοφικό τρόπο. Συχνά επικεντρώνονται σε ψυχολογικά και συμπεριφορικά συμπτώματα ή σε συγκεκριμένες όψεις της επαγγελματικής αλληλεπίδρασης.
Η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία εστιάζει στη φύση της αλήθειας και της πραγματικότητας, παρά στην προσωπικότητα, την ασθένεια ή τη θεραπεία.
Αντί να στέκεται με όρους λειτουργικότητας ή δυσλειτουργικότητας, προτιμά να σκέφτεται σε σχέση με τις ικανότητες του ατόμου να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις που αναπόφευκτα ανακύπτουν στη ζωή.
Η δράση που βασίζεται στην εμπειρία είναι η πρώτη γλώσσα όλων των ανθρώπων. Με αυτή την έννοια, η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία είναι η πρακτική εφαρμογή της φιλοσοφίας στην καθημερινή ζωή. Αφορά την κατανόηση που μας οδηγεί στο να ζήσουμε παραγωγικά και δημιουργικά στο πλαίσιο των περιορισμών και των δυνατοτήτων που μας προσφέρει η ίδια η ζωή.
Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τίποτα και κανέναν, αν δεν κατανοήσουμε πρώτα τους εαυτούς μας και τη σχέση μας με την ανθρώπινη ύπαρξη. Το κύριο εργαλείο μας ως ψυχοθεραπευτές είναι ο εαυτός μας και η κατανόηση της ζωής, όχι η θεωρία ή η τεχνική.
Η αυτογνωσία δεν είναι εύκολη δεδομένου ότι ζούμε σε συνάρτηση με άλλους ανθρώπους που επηρεάζουμε και μας επηρεάζουν συνεχώς, αλλά ταυτόχρονα δεν μας καθορίζουν. Παράδοξο.
Ο γερμανός φιλόσοφος Martin Heidegger και ο γάλλος φιλόσοφος Jean- Paul Sartre συμφωνούσαν ότι η ύπαρξη προηγείται της ουσίας. Αυτό σημαίνει ότι το γεγονός ότι είμαστε είναι πιο βασικό απο το τι είμαστε. Πρώτα είμαστε και μετά ορίζουμε τους εαυτούς μας. Επιπλέον, βρισκόμαστε πάντα στη διαδικασία να γίνουμε κάτι άλλο. Ένα άτομο είναι πρωτίστως δυναμικό, ζωντανό, αναστοχαστικό και μεταβαλλόμενο.
Κατά βάσιν λοιπόν, οι άνθρωποι είναι.
Το βασικό θέμα στην υπαρξιακή ψυχοθεραπεία είναι η ύπαρξη των ανθρώπων.
Αυτο που θεωρούμε ότι είναι η ουσία μας, η φύση μας, η αίσθηση του εαυτού μας, στην πραγματικότητα εξελίσσεται μέσα στο χρόνο και είναι αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο ερμηνεύουμε τα θεμελιώδη δεδομένα- τα όρια- της ύπαρξής μας. Τη θεωρούμε σταθερή, γιατί η παραδοχή της εγγενούς ελαστικότητας και ρευστοτητας της μας προκαλεί αγωνία, την λεγόμενη υπαρξιακή αγωνία.
Η ικανότητα να σκεφτόμαστε και να αναστοχαζόμστε πάνω στους περιορισμούς της ύπαρξης μας μας δημιουργεί μια αίσθηση του εαυτού μας και αυτός ο στοχασμός είναι που παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στο τι είμαστε. Η κατανόησή μας είναι αυτή που μας επιτρέπει να επιλέξουμε αν θα αφήσουμε τους εαυτούς μας να οριστούν απο τις περιστάσεις ή αν θα βρούμε έναν τρόπο να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της ζωής.
Αυτή η μοναδική ικανότητα των ανθρώπων να στοχάζονται πάνω στην ύπαρξή τους τους κάνει διαφορετικούς από όλα τα άλλα ζώα και αντικείμενα, όμως έχει και κάποιο τίμημα: αυτό της προσωπικής ευθύνης.
Το καθήκον του να είσαι άνθρωπος δεν είναι κυρίως ψυχολογικό ή βιολογικό, αλλά πρωτίστως φιλοσοφικό. Το καθήκον του υπαρξιακού ψυχοθεραπευτή είναι να μετατρέψει αυτή τη φιλοσοφική διερώτηση σε κάτι πρακτικό, που σχετίζεται με την αναζήτηση του ατόμου για μια καλύτερη ζωή. Ο στόχος του ψυχοθεραπευτή είναι να εργαστεί με τον θεραπευόμενο στην αναζήτηση της αλήθειας με πνεύμα ανοιχτό και με μια στάση δέους, και όχι να τον τοποθετήσει- απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα- εντός δεδομένων πλαισίων ερμηνείας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει ανα πάσα στιγμή να είμαστε έτοιμοι να επανεξετάσουμε τις διάφορες παραδοχές μας για τη ζωή.