
Απο την παιδική ηλικία στην εφηβεία – Η επίδραση της προσκόλλησης
Η προσκόλληση αναφέρεται στη συναισθηματική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο παιδί και τον φροντιστή του και παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ψυχολογικής ανάπτυξης. Οι πρώτες εμπειρίες προσκόλλησης δημιουργούν εσωτερικά μοντέλα σχέσεων, τα οποία καθοδηγούν τη συμπεριφορά και τις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου σε όλη του τη ζωή. Καθώς το άτομο αναπτύσσεται, αυτά τα εσωτερικά μοντέλα καθίστανται πιο σύνθετα και σταθερά. Ωστόσο, γεγονότα όπως το διαζύγιο των γονέων μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές αλλαγές στην προσκόλληση, με επιπτώσεις τόσο στη συναισθηματική σταθερότητα όσο και στις μελλοντικές σχέσεις.
Η θεωρία της προσκόλλησης
Η θεωρία της προσκόλλησης αναπτύχθηκε από τον ψυχίατρο John Bowlby, ο οποίος υποστήριξε ότι η ανάγκη για συναισθηματική εγγύτητα είναι βασική για την ανθρώπινη επιβίωση. Ο Bowlby πίστευε ότι τα παιδιά αναπτύσσουν έναν βασικό δεσμό με τον κύριο φροντιστή τους (συνήθως τη μητέρα), ο οποίος παρέχει ασφάλεια και προστασία, ενώ παράλληλα βοηθά στην ανάπτυξη της αυτονομίας. Το παιδί μαθαίνει ότι μπορεί να βασίζεται στον φροντιστή του σε περιόδους άγχους ή ανασφάλειας, και αυτή η εμπειρία διαμορφώνει το «εσωτερικό μοντέλο εργασίας» που επηρεάζει τις μελλοντικές σχέσεις.
Η Mary Ainsworth, μέσα από την έρευνά της με το πείραμα της «Strange Situation», εισήγαγε την έννοια των διαφορετικών τύπων προσκόλλησης: ασφαλής, ανασφαλής-αποφυγής και ανασφαλής-αμφιθυμίας. Το είδος της προσκόλλησης που αναπτύσσει ένα παιδί μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την κοινωνική και συναισθηματική του ανάπτυξη. Για παράδειγμα, η ασφαλής προσκόλληση σχετίζεται με καλύτερη συναισθηματική ρύθμιση και κοινωνικές δεξιότητες, ενώ η ανασφαλής προσκόλληση συνδέεται με δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και την επίλυση συναισθηματικών προβλημάτων.
Προσκόλληση στην εφηβεία
Καθώς το παιδί μεγαλώνει και εισέρχεται στην εφηβεία, οι σχέσεις με τους γονείς και τους φροντιστές παραμένουν σημαντικές, αλλά αρχίζουν να εξελίσσονται. Οι έφηβοι απομακρύνονται σταδιακά από την εξάρτηση από τους γονείς και στρέφονται σε άλλες πηγές κοινωνικής υποστήριξης, όπως οι συνομήλικοι και οι ρομαντικοί σύντροφοι. Τα εσωτερικά μοντέλα προσκόλλησης που διαμορφώθηκαν στην παιδική ηλικία αρχίζουν να επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τις αντιλήψεις του εφήβου στις νέες σχέσεις.
Οι έφηβοι που έχουν αναπτύξει ασφαλή προσκόλληση με τους γονείς τους είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν σταθερές, υγιείς σχέσεις με τους συνομήλικους και να αντιμετωπίσουν καλύτερα τις προκλήσεις της εφηβείας. Αντίθετα, οι έφηβοι με ανασφαλή προσκόλληση μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη διατήρηση στενών σχέσεων, να παρουσιάζουν άγχος ή αποφυγή στις συναισθηματικές δεσμεύσεις, και να δυσκολεύονται να διαχειριστούν το άγχος που σχετίζεται με τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Το διαζύγιο και η προσκόλληση
Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα που μπορεί να επηρεάσει την προσκόλληση είναι το διαζύγιο των γονέων. Το διαζύγιο θεωρείται ως μία από τις πιο σημαντικές αλλαγές στη ζωή ενός παιδιού, καθώς επιφέρει ριζικές αλλαγές στο οικογενειακό περιβάλλον και μπορεί να διαταράξει την αίσθηση ασφάλειας και σταθερότητας που έχει το παιδί. Η επίδραση του διαζυγίου στην προσκόλληση είναι σύνθετη και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η ηλικία του παιδιού, η ποιότητα της σχέσης με τους γονείς πριν και μετά το διαζύγιο, και το επίπεδο σύγκρουσης ανάμεσα στους γονείς.
Για τα παιδιά που έχουν αναπτύξει ασφαλή προσκόλληση, το διαζύγιο μπορεί να προκαλέσει σύγχυση και άγχος, καθώς η σταθερότητα του οικογενειακού περιβάλλοντος διαταράσσεται. Ωστόσο, εάν οι γονείς διατηρήσουν καλές σχέσεις και παρέχουν συναισθηματική υποστήριξη μετά το διαζύγιο, οι συνέπειες μπορεί να είναι λιγότερο αρνητικές. Αντίθετα, τα παιδιά με ήδη ανασφαλή προσκόλληση μπορεί να βιώσουν εντονότερα συναισθήματα ανασφάλειας και να αναπτύξουν περαιτέρω δυσκολίες στις σχέσεις τους με τους γονείς και τους συνομήλικους.
Με την είσοδο στην εφηβεία, οι συνέπειες του διαζυγίου μπορεί να γίνουν πιο εμφανείς. Οι έφηβοι μπορεί να αντιδρούν στο διαζύγιο των γονέων τους με αυξημένη εσωστρέφεια, άγχος ή επιθετικότητα, καθώς προσπαθούν να κατανοήσουν τις αλλαγές στην οικογενειακή δομή. Σε πολλές περιπτώσεις, οι έφηβοι από διαζευγμένες οικογένειες αναπτύσσουν πιο ανασφαλή μοντέλα προσκόλλησης, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τις ρομαντικές σχέσεις τους στο μέλλον.
Συνέπειες για τη συναισθηματική σταθερότητα και τις μελλοντικές σχέσεις
Η ανασφαλής προσκόλληση που μπορεί να αναπτυχθεί ως αποτέλεσμα του διαζυγίου μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη συναισθηματική σταθερότητα και τις σχέσεις του ατόμου στην ενήλικη ζωή. Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι οι ενήλικες με ανασφαλή προσκόλληση είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις ρομαντικές σχέσεις, να παρουσιάζουν φόβο εγκατάλειψης, ή να αποφεύγουν τη συναισθηματική εγγύτητα.
Επιπλέον, οι επιπτώσεις του διαζυγίου στην προσκόλληση μπορεί να εμφανιστούν και στη γονεϊκή τους συμπεριφορά. Οι ενήλικες που έχουν βιώσει ανασφάλεια στην προσκόλληση μπορεί να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ασφαλείς συναισθηματικούς δεσμούς με τα δικά τους παιδιά, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο δυσκολιών στην ανάπτυξη προσκόλλησης που μπορεί να μεταφερθεί στις επόμενες γενιές.
Η προσκόλληση αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς μηχανισμούς για την ψυχολογική ανάπτυξη και την διαμόρφωση σχέσεων. Οι πρώιμες εμπειρίες σχέσεων με τους γονείς και τους φροντιστές δημιουργούν τα θεμέλια για τις μελλοντικές διαπροσωπικές σχέσεις και την συναισθηματική σταθερότητα. Ωστόσο, γεγονότα όπως το διαζύγιο μπορεί να διαταράξουν αυτά τα θεμέλια, προκαλώντας ανασφάλεια και δυσκολίες στις μελλοντικές σχέσεις. Η κατανόηση της επίδρασης του διαζυγίου στην προσκόλληση μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη παρεμβάσεων που στοχεύουν στην προστασία της συναισθηματικής ευημερίας των παιδιών και των εφήβων.
Βιβλιογραφία
- Bowlby, J. (1969). Attachment and Loss: Vol. 1. Attachment. New York: Basic Books.
- Ainsworth, M. D. S., Blehar, M. C., Waters, E., & Wall, S. (1978). Patterns of attachment: A psychological study of the Strange Situation. Hillsdale, NJ: Erlbaum.
- Lewis, M., Feiring, C., & Rosenthal, S. (2000). Attachment over Time. Child Development, 71(3), 707–720.
- Sroufe, L. A. (1983). Infant-caregiver attachment and patterns of adaptation in preschool: The roots of maladaptation and competence. Minnesota Symposia on Child Psychology, 16, 41-83.
- Zimmerman, P., Fremmer-Bombik, E., Spangler, G., & Grossmann, K. E. (1997). Attachment in adolescence: Continuity and change in individuals and relationships. Child Development, 68(5), 789–801.

