Επικινδυνότητα και εγκληματική συμπεριφορά
Η επικινδυνότητα αποτελεί ένα κεντρικό ζήτημα στην ψυχική υγεία, τη δικαιοσύνη και την εγκληματολογία. Αφορά την πιθανότητα κάποιου ατόμου να προκαλέσει σωματική ή ψυχολογική βλάβη σε άλλους ή στον εαυτό του. Στο πλαίσιο της εγκληματολογίας, η έννοια της επικινδυνότητας συνδέεται με τη βία και την παραβατικότητα, καθιστώντας την ένα σημαντικό παράγοντα στην πρόβλεψη και διαχείριση της εγκληματικής συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με τον Baker (1993), η επικινδυνότητα αναφέρεται στην τάση ενός ατόμου να προκαλεί σοβαρή σωματική βλάβη ή μακροχρόνια ψυχολογική ζημιά. Η επικινδυνότητα επηρεάζει σημαντικά τη λήψη αποφάσεων τόσο στη νομοθεσία περί ψυχικής υγείας όσο και στο ποινικό σύστημα. Παρόλο που συχνά συνδέεται με τη βία, η επικινδυνότητα δεν είναι αντικειμενική έννοια, καθώς εξαρτάται από την αξιολόγηση των κινδύνων και των απειλών.
Οι παράγοντες που σχετίζονται με την επικινδυνότητα μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες: παράγοντες που αφορούν τον δράστη, το έγκλημα και το θύμα. Η προσωπικότητα, η ψυχοπαθολογία, τα δημογραφικά στοιχεία και το οικογενειακό περιβάλλον του δράστη επηρεάζουν σημαντικά την πιθανότητα επικίνδυνης συμπεριφοράς. Παράλληλα, το είδος του εγκλήματος και οι συνθήκες υπό τις οποίες διαπράττεται μπορούν επίσης να επηρεάσουν το επίπεδο επικινδυνότητας.
Η αξιολόγηση της επικινδυνότητας πραγματοποιείται με τη χρήση κλινικών συνεντεύξεων και εξειδικευμένων εργαλείων, όπως το “Dangerous Behavior Rating Scheme” (DBRS), που περιλαμβάνει 22 ερωτήματα για την αξιολόγηση της προσωπικότητας και των παραγόντων που συνδέονται με τη βία. Αυτές οι αξιολογήσεις βοηθούν στην πρόβλεψη του κινδύνου επαναληψιμότητας της βίας και συμβάλλουν στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία και τη διαχείριση του δράστη.
Ψυχολογικές Θεωρίες
Οι ψυχολογικές θεωρίες του εγκλήματος υποστηρίζουν ότι η εγκληματική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα των ατομικών διαφορών στις διαδικασίες σκέψης και στα συναισθήματα. Θεωρίες όπως η ψυχαναλυτική προσέγγιση του Freud και η θεωρία της προσκόλλησης του Bowlby, εξηγούν την εγκληματική συμπεριφορά μέσω των εμπειριών της πρώιμης παιδικής ηλικίας και της δυσλειτουργικής ανάπτυξης της προσωπικότητας. Επιπλέον, η θεωρία της κοινωνικής μάθησης του Bandura υπογραμμίζει ότι η εγκληματική συμπεριφορά μαθαίνεται μέσα από την αλληλεπίδραση με άλλους που ενθαρρύνουν ή υποστηρίζουν παραβατικές πράξεις.
Η επικινδυνότητα και η εγκληματική συμπεριφορά αποτελούν πολυσύνθετα φαινόμενα που απαιτούν ολοκληρωμένη αξιολόγηση και κατανόηση. Οι παράγοντες που συνδέονται με την επικινδυνότητα ποικίλλουν, ενώ οι ψυχολογικές θεωρίες παρέχουν πολύτιμες γνώσεις για την κατανόηση των κινήτρων πίσω από την εγκληματική συμπεριφορά. Η σωστή αξιολόγηση της επικινδυνότητας και η εφαρμογή κατάλληλων παρεμβάσεων μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της εγκληματικότητας και στην προστασία της κοινωνίας.
Βιβλιογραφία
- Baker, E. (1993). Dangerousness Rights and Criminal Justice. The Modern Law Review, 56(4), 528–547.
- Bandura, A. (1977). Social Learning Theory. Prentice Hall.
- Freud, S. (1923). The Ego and the Id. W.W. Norton & Company.
- Bowlby, J. (1969). Attachment and Loss. Basic Books.
- Menzies, R., et al. (1994). The dimensions of dangerousness revisited: Assessing forensic predictions about violence. Law and Human Behavior, 18(1), 1–28.