Ψυχολογία

Η ρύθμιση της Προκατάληψης

Η προκατάληψη έχει αναγνωριστεί εδώ και καιρό ως ένα διαδεδομένο κοινωνικό ζήτημα που μπορεί να στιγματίσει και να περιθωριοποιήσει ορισμένες ομάδες, οδηγώντας σε διακρίσεις και κοινωνικές αδικίες. Ερευνητές από διάφορα πεδία έχουν εξετάσει τρόπους για τη μείωση της προκατάληψης, επικεντρώνοντας τόσο στην άμεση όσο και στην έμμεση προκατάληψη.

Παράγοντες κινήτρων για τον έλεγχο της προκατάληψης

Τα κίνητρα των ανθρώπων για τον έλεγχο της προκατάληψης μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Σύμφωνα με ερευνητές όπως οι Dunton και Fazio (1997), οι άνθρωποι μπορεί να ρυθμίζουν τις προκατειλημμένες συμπεριφορές τους είτε για προσωπικούς, εσωτερικούς λόγους είτε λόγω εξωτερικών κοινωνικών πιέσεων. Για ορισμένους, η επιθυμία να αποφύγουν την προκατάληψη πηγάζει από μια βαθιά πεποίθηση στην ισότητα, ενώ άλλοι μπορεί να επιδιώκουν να συμμορφωθούν με τους κοινωνικούς κανόνες για να αποφύγουν τις κοινωνικές κυρώσεις.

Κλίμακα των Dunton & Fazio για τη μέτρηση των κινήτρων

Οι Dunton και Fazio ανέπτυξαν μια κλίμακα για τη μέτρηση αυτών των κινήτρων, επικεντρώνοντας σε δύο διαστάσεις: τη δυσφορία από το να δρα κάποιος με προκατάληψη και την επιθυμία διατήρησης μιας ισορροπίας μεταξύ της ελεύθερης έκφρασης σκέψεων και της αποφυγής συγκρούσεων με άλλους. Αυτή η κλίμακα βοήθησε να εντοπιστούν άτομα με υψηλότερα εσωτερικά κίνητρα για έλεγχο της προκατάληψης, δείχνοντας ότι εκείνοι με ισχυρότερα εσωτερικά κίνητρα εξέφρασαν χαμηλότερα επίπεδα προκατάληψης σε άμεσες μετρήσεις, αλλά όχι απαραίτητα και σε έμμεσες.

Εσωτερικά και εξωτερικά κίνητρα για τον έλεγχο της προκατάληψης

Οι Plant και Devine (1998) ανέπτυξαν περαιτέρω αυτήν τη διάκριση δημιουργώντας μια κλίμακα που ξεχώριζε τα εσωτερικά και τα εξωτερικά κίνητρα για την αποφυγή της προκατάληψης. Τα εσωτερικά κίνητρα αντανακλούν τις προσωπικές πεποιθήσεις και αξίες, ενώ τα εξωτερικά κίνητρα καθοδηγούνται από κοινωνικές πιέσεις και τον φόβο της απόρριψης από τους άλλους. Η έρευνά τους έδειξε ότι οι άνθρωποι με υψηλότερα εσωτερικά κίνητρα έδειχναν λιγότερη άμεση προκατάληψη σε σύγκριση με εκείνους που παρακινούνταν από εξωτερικούς παράγοντες.

Ο Ρόλος του κοινωνικού πλαισίου

Η έρευνα των Allen, Sherman και Klauer (2010) υπογραμμίζει τη σημασία του κοινωνικού πλαισίου στη μείωση της έμμεσης προκατάληψης. Οι μελέτες τους έδειξαν ότι η παρουσίαση ενός μέλους μιας στιγματισμένης ομάδας (π.χ. Αφροαμερικανοί) σε ένα θετικό πλαίσιο οδηγεί σε χαμηλότερη έμμεση προκατάληψη σε σύγκριση με την παρουσίαση του ίδιου ατόμου σε αρνητικό πλαίσιο. Αυτό το εύρημα υποδηλώνει ότι οι θετικές αναπαραστάσεις μπορούν να ενεργοποιήσουν ευνοϊκά στερεότυπα, μειώνοντας έτσι την έμμεση προκατάληψη.

Η θεωρία αυτοκαθορισμού (SDT) και η ρύθμιση της προκατάληψης

Η ρύθμιση της προκατάληψης μπορεί επίσης να κατανοηθεί μέσω της Θεωρίας Αυτοκαθορισμού (SDT), που αναπτύχθηκε από τους Deci και Ryan (1985, 2002). Η SDT υποστηρίζει ότι τα άτομα είναι πιο πιθανό να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους σύμφωνα με εσωτερικές αξίες όταν αισθάνονται αυτόνομα και αυτοκαθοριζόμενα. Η Legault και οι συνεργάτες της (2007) εφάρμοσαν τη SDT στη ρύθμιση της προκατάληψης, προτείνοντας ότι τα κίνητρα για τον έλεγχο της προκατάληψης μπορούν να τοποθετηθούν σε ένα συνεχές, από εξωτερική έως εσωτερική ρύθμιση.

Τύποι ρύθμισης στη διαχείριση της προκατάληψης

  1. Εσωτερικά κίνητρα: Η συμπεριφορά που οδηγείται από εσωτερικά κίνητρα πραγματοποιείται ελεύθερα, λόγω προσωπικής ικανοποίησης. Τα άτομα που παρακινούνται εσωτερικά προς τον έλεγχο της προκατάληψης απολαμβάνουν την αλληλεπίδραση με διαφορετικές ομάδες και νιώθουν γνήσιο ενδιαφέρον για τους άλλους.
  2. Ενσωματωμένη ρύθμιση: Σε αυτή τη μορφή εξωτερικού κινήτρου, η ρύθμιση της προκατάληψης ευθυγραμμίζεται με τις ευρύτερες αξίες και την ταυτότητα ενός ατόμου. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να αποφεύγει την προκατάληψη επειδή ταιριάζει με την αυτοαντίληψή του ως ανοιχτόμυαλου ατόμου.
  3. Ρύθμιση αναγνώρισης: Σε αυτή την περίπτωση, τα άτομα αναγνωρίζουν τη σημασία του ελέγχου της προκατάληψης, παρόλο που μπορεί να μην έχει ενσωματωθεί πλήρως στο προσωπικό τους αξιακό σύστημα. Δρουν από σεβασμό για την ιδέα της ισότητας, αλλά μπορεί να μην νιώθουν ότι αυτή καθορίζει την ταυτότητά τους.
  4. Ενδοσκοπική ρύθμιση: Τα άτομα μπορεί να ρυθμίζουν την προκατειλημμένη συμπεριφορά τους από αίσθηση υποχρέωσης ή ενοχής, όχι επειδή προσωπικά εκτιμούν τη μη προκατάληψη, αλλά επειδή θέλουν να αποφύγουν τα αρνητικά συναισθήματα για τον εαυτό τους.
  5. Εξωτερική ρύθμιση: Ο έλεγχος της προκατάληψης σε αυτήν την περίπτωση είναι απλώς μια αντίδραση σε εξωτερικές πιέσεις, όπως ο φόβος της κοινωνικής κρίσης. Η συμπεριφορά δεν επιλέγεται αυτόνομα, καθιστώντας τη λιγότερο αποτελεσματική στη μείωση της προκατάληψης μακροπρόθεσμα.
  6. Απώλεια κινήτρων: Αυτό αναφέρεται στην έλλειψη πρόθεσης να ρυθμιστεί η προκατάληψη, όπου τα άτομα δεν βλέπουν τη σχετικότητα της αποφυγής προκατειλημμένης συμπεριφοράς και μπορεί να νιώθουν αποστασιοποιημένα από το ζήτημα.

Η αυτόματη ενεργοποίηση των στερεοτύπων

Η αυτόματη ενεργοποίηση των στερεοτύπων, όπως σημειώνει η Monteith (1993), μπορεί να συμβεί χωρίς συνειδητή επίγνωση. Ωστόσο, όταν τα άτομα συνειδητοποιούν ότι η συμπεριφορά τους αντιβαίνει στις αξίες τους, μπορεί να βιώσουν δυσφορία ή ενοχή, κάτι που μπορεί να τους ωθήσει να ελέγξουν τις μελλοντικές τους αντιδράσεις. Αυτό το μοντέλο εξηγεί γιατί τα άτομα με χαμηλά επίπεδα προκατάληψης που εκτιμούν την ισότητα μπορεί ακόμα να αντιδράσουν με προκατάληψη, αλλά είναι πιο πιθανό να αυτορυθμιστούν και να μειώσουν την έμμεση προκατάληψη με την πάροδο του χρόνου.

Ο ρόλος της ανατροφοδότησης στη ρύθμιση της προκατάληψης

Η έρευνα της Monteith υπογραμμίζει τη σημασία της ανατροφοδότησης στη ρύθμιση των προκατειλημμένων αντιδράσεων. Όταν τα άτομα ενημερώνονται για τις προκαταλήψεις τους, είτε μέσω προσωπικής σκέψης είτε εξωτερικής ανατροφοδότησης, είναι πιο πιθανό να συμμετέχουν σε αυτορρύθμιση για να ευθυγραμμίσουν τη συμπεριφορά τους με τις αξίες τους. Αυτή η διαδικασία είναι πιο έντονη σε άτομα με ισχυρά εσωτερικά κίνητρα για τον έλεγχο της προκατάληψης, καθώς είναι πιο ευαίσθητα στις αποκλίσεις μεταξύ της συμπεριφοράς τους και των αξιών τους.

Η ρύθμιση της έμμεσης και άμεσης προκατάληψης είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως το κοινωνικό πλαίσιο, τα κίνητρα και η αυτογνωσία. Η κατανόηση των διάφορων μηχανισμών που συμβάλλουν στον έλεγχο της προκατάληψης μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών παρεμβάσεων για τη μείωση της προκατάληψης. Τα εσωτερικά κίνητρα, ιδιαίτερα εκείνα που ευθυγραμμίζονται με τις βασικές αξίες ενός ατόμου, είναι πιο πιθανό να οδηγήσουν σε διαρκείς αλλαγές τόσο στην έμμεση όσο και στην άμεση προκατάληψη. Αντίθετα, τα εξωτερικά κίνητρα μπορεί να οδηγήσουν σε αλλαγές συμπεριφοράς επιφανειακού επιπέδου, αλλά είναι λιγότερο αποτελεσματικά στη μείωση των βαθιά ριζωμένων προκαταλήψεων.

Βιβλιογραφία

  • Allen, T.J., Sherman, J.W., & Klauer, K.C. (2010). Social context and the self-regulation of implicit bias. Group Processes and Intergroup Relations, 13, 137-149.
  • Devine, P. G., Plant, E. A., Amodio, D. M., Harmon-Jones, E., & Vance, S. L. (2002). The regulation of explicit and implicit race bias: The role of motivations to respond without prejudice. Journal of Personality and Social Psychology, 82, 835–848.
  • Dunton, B.C., & Fazio, R.H. (1997). An individual difference measure of motivation to control prejudiced reactions. Personality and Social Psychology Bulletin, 23, 316-326.
  • Legault, L., Green-Demers, I., Grant, P., & Chung, J. (2007). On the self-regulation of implicit and explicit prejudice: A Self-Determination Theory perspective. Personality and Social Psychology Bulletin, 33, 732-749.
  • Monteith, M. J., & Mark, A. Y. (2005). Changing one’s prejudiced ways: Awareness, affect, and self-regulation. In W. Stroebe, & M. Hewstone (Eds), European Review of Social Psychology, 16, 113–154.
  • Plant, E.A., & Devine, P.G. (1998). Internal and external motivation to respond without prejudice. Journal of Personality and Social Psychology, 75, 811-832.
  • Plant, E.A., & Devine, P.G. (2009). The active control of prejudice: Unpacking the intentions guiding control efforts. Journal of Personality and Social Psychology, 96, 640-652.