Παιδαγωγικά,  Ψυχολογία

Σχολική αποτυχία, νεανική παραβατικότητα και ουσίες

Ο ρόλος του σχολικού και οικογενειακού περιβάλλοντος στη χρήση ουσιών.

Η σχολική αποτυχία είναι ένα παγκόσμιο εκπαιδευτικό φαινόμενο που πηγάζει κυρίως από τις κοινωνικές ανισότητες, την αλληλεπίδραση μεταξύ σχολικής και οικογενειακής κουλτούρας,  καθώς επίσης και το σχολείο με τους συντελεστές του.

Σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη οι μαθητές θεωρούνται οι κύριοι υπεύθυνοι για τις σχολικές τους επιδόσεις, ως  φυσικό αποτέλεσμα είτε των ατομικών διαφορών στις ικανότητές τους είτε του είδους της μεθοδικότητας, επιμέλειας και εργατικότητας που τους διακρίνει.

Πολλές θεωρίες ερμήνευσαν τη σχολική αποτυχία σε σχέση με το νοητικό πηλίκο, συγκεκριμένες ψυχοσυναισθηματικές καταστάσεις όπως είναι η προσωπικότητα του μαθητή, το έντονο άγχος και η ανησυχία που συνδέονται με το φόβο, το επίπεδο φιλοδοξίας του μαθητή, προβλήματα εφηβείας ή η κοινωνική προσαρμογή, και τα κίνητρα του παιδιού. 

Το πρόβλημα της σχολικής αποτυχίας είναι πολύ πιο σύνθετο και οδηγεί σε αμφισβητήσεις για το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα που συνήθως έχει στερεότυπα χαρακτηριστικά. Είναι γνωστό ότι ο ομοιογενής τρόπος με τον οποίο προσφέρεται μια γνώση δεν διασφαλίζει υποχρεωτικά και ομοιογενή αποτελέσματα αφού σε μια κοινωνία τα άτομα διαφοροποιούνται μεταξύ τους σημαντικά καθώς προέρχονται από διάφορες κοινωνικές αφετηρίες. Έτσι το σχολικό περιβάλλον διογκώνει, αντί να εξομαλύνει τις υφιστάμενες διαφορές και δημιουργεί ουσιαστικές προϋποθέσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε αποτυχία.

Ο τρόπος διδασκαλίας των εκπαιδευτικών αλλά και η συμπεριφορά τους απέναντι σε κάθε μαθητή χωριστά επηρεάζει καταλυτικά τη σχολική επίδοση των μαθητών. Η επίπληξη, η τιμωρία ή η αποφυγή από μέρους του εκπαιδευτικού προς το μαθητή δημιουργεί προβλήματα στην ψυχοσύνθεση του μαθητή και μάλιστα όταν αυτές οι συμπεριφορές εκδηλώνονται μπροστά στους συμμαθητές του. Έτσι δημιουργούνται επιθετικές συμπεριφορές, άγχος, προβλήματα ένταξης στο σύνολο, μαθησιακές δυσκολίες, ανασφάλεια, συναισθήματα απόρριψης και αποτυχίας και τελικά οδηγούν σε σχολική αποτυχία. 

Συμπερασματικά ο ρόλος του σχολείου είναι καθοριστικός, γιατί μετατρέπει τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, σε ανισότητες ικανοτήτων, δυνατοτήτων και επιδόσεων, νομιμοποιώντας την ανισότητα και οδηγεί σε σχολική αποτυχία τα άτομα, που το μορφωτικό τους κεφάλαιο αποκλίνει από  αυτό του σχολείου.

Το οικογενειακό περιβάλλον του μαθητή αποτελεί μια ακόμη βασική αιτία της σχολικής αποτυχίας και υποστηρίζεται από τη θεωρία του πολιτισμικού ελλείμματος. Οι γονεϊκές αντιλήψεις, η ανατροφή ή κοινωνικοποίηση, ο γλωσσικός κώδικας και η χρήση του καθώς και οι αξίες της οικογένειας θεωρούνται κρίσιμες και διαμορφώνουν το πολιτισμικό κεφάλαιο το οποίο εσωτερικεύεται με τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης και καθορίζει τις στάσεις, τις συνήθειες και τις προσδοκίες των ατόμων τόσο απέναντι στο σχολείο, όσο και στη μαθητική και επαγγελματική πορεία τους. 

Ο παράγοντας φτώχεια συντελεί σημαντικά στην σχολική αποτυχία και στην πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου και στην εκπαιδευτική αποστέρηση. Ακόμα, παιδιά που γίνονται ακούσια μάρτυρες έντονων διαπληκτισμών ανάμεσα στους γονείς τους βιώνουν μόνιμα καταστάσεις έντονου στρες προσπαθώντας να επιβιώσουν μέσα σε ένα εντελώς ανθυγιεινό οικογενειακό περιβάλλον και αδιαφορούν για το σχολείο. Φυσικά βιώνουν τη σχολική αποτυχία η οποία προστίθεται στην αποτυχία απόκτησης ευχάριστου οικογενειακού περιβάλλοντος.

Άλλοτε, πολλοί γονείς παρασυρόμενοι από το αίσθημα υπερπροστασίας που μπορεί να αισθάνονται για το παιδί τους, επεμβαίνουν έντονα στη σχολική ζωή των παιδιών τους και τα μαθαίνουν να εξαρτώνται από αυτούς για τη μελέτη και τη διεκπεραίωση των σχολικών τους υποχρεώσεων. Tα παιδιά αδυνατούν να αναπτύξουν κίνητρα μάθησης, χάνουν κάθε ευκαιρία αυτονομίας, μαθαίνουν να εξαρτώνται από τρίτους για την εκκίνηση και την ολοκλήρωση μιας εργασίας και φυσικά αναπτύσσουν χαμηλό προφίλ και αυτοεκτίμηση.

Οι γονείς των μαθητών που παρουσιάζουν προβλήματα στην επίδοση τους  χρησιμοποιούν αυστηρές μεθόδους πειθαρχίας που περιλαμβάνουν σωματικές τιμωρίες, ειρωνεία, προσβολές, απόρριψη. Τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της οικογένειας παίζουν πιο καθοριστικό ρόλο στη σχολική επίδοση και από αυτήν ακόμα την κοινωνικό-οικονομική στάθμη.

Η δυνατότητα της οικογένειας να προετοιμάσει τα παιδιά σύμφωνα με τις απαραίτητες για τη σχολική μάθηση αξίες, ικανότητες και δεξιότητες είναι πολύ καθοριστική στη διαμόρφωση της σχολικής αποτυχίας. Η  σχολική επιτυχία ή αποτυχία του μαθητή είναι συνάρτηση, μεταξύ άλλων, των αναπαραστάσεων του μέλλοντος του παιδιού από τους γονείς και των εκπαιδευτικών στρατηγικών και πρακτικών της οικογένειας.

Πολυετείς επιστημονικές έρευνες συνέδεσαν την σχολική αποτυχία με την νεανική παραβατικότητα  και απέδειξαν ότι οι οικογένειες, των νεαρών παραβατών έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Για να υπάρξει η πιθανότητα τέλεσης εγκληματικών πράξεων, πρέπει να υπάρξει ένας συνδυασμός φτώχειας, εγκληματικού παρελθόντος της ίδιας της οικογένειας και έλλειψης ελέγχου των γονέων προς το παιδί.

Οι ανήλικοι με παραβατικό ιστορικό παρουσιάζουν αντίστοιχα προβλήματα στην οικογένεια και το σχολείο, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε παραβατικές ομάδες, προκειμένου να αναπληρώσουν εκεί την ανθρώπινη επικοινωνία και την αναγνώριση που τους λείπει.

Οι παραβατικές παρέες των νέων σχολικής ηλικίας είναι σχετικά πολυμελείς και στελεχώνονται κυρίως με άτομα του ιδίου φύλου. Τα μέλη της παρέας προέρχονται κυρίως από το σχολείο, αλλά επίσης από τη γειτονιά, το χώρο εργασίας και τους τόπους νυκτερινής διασκέδασης. Στην παρέα μετέχουν συνήθως για να βρουν φίλους, χωρίς να έχουν συνήθως κάποιον αρχηγό ή ιεραρχική δομή, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για «συμμορίες ανηλίκων».

Οι έφηβοι παραβάτες επιδίδονται συχνά σε αντισυμβατικές ενέργειες, όπως αγορά, πώληση και χρήση ναρκωτικών ουσιών ή χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών.

Φαίνεται να υπάρχει υψηλή συσχέτιση της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών με διάφορους οικογενειακούς παράγοντες, όπως η ανατροφή κατά την παιδική ηλικία, οι ρόλοι και η σταθερότητα του ζεύγους, η στάση των γονεϊκών προτύπων απέναντι στις εξαρτησιογόνες ουσίες, η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών από τους γονείς, καθώς επίσης και η έλλειψη επικοινωνίας, συναισθηματικών δεσμών και ορίων.

Οι πιθανότητες ανάπτυξης μιας συμπεριφοράς που σχετίζεται με την χρήση ουσιών, αυξάνονται μέσα από διαδικασίες μάθησης και μίμησης των πρακτικών της οικογένειας. Το φαινόμενο της χρήσης ουσιών μπορεί να εμφανισθεί και σε παιδιά οικογενειών όπου κανείς από τους γονείς δεν είναι χρήστης, αλλά υπάρχουν άλλου τύπου δυσλειτουργίες που εμποδίζουν την συναισθηματική ωρίμανση του παιδιού.

Παρατηρείται από τα παραπάνω ότι η παθολογία στην οικογένεια και το σχολικό περιβάλλον οδηγούν στη σχολική αποτυχία και συχνά στην νεανική παραβατικότητα και χρήση ουσιών, διαμορφώνοντας έτσι ένα φαύλο κύκλο αποτυχίας, ο οποίος μπορεί να σπάσει με το τερματισμό της μεταβίβασης μεταξύ των γενεών του πολιτισμικού ελλείμματος, και της εξυγίανσης του δυσλειτουργικού εκπαιδευτικού πλαισίου.

Βιβλιογραφία

– Πουλόπουλος, Χ. (2014). Κρίση, Φόβος και Διάρρηξη της Κοινωνικής Συνοχής. Αθήνα: Τόπος

– Πουλόπουλος, Χ. (2011). Κοινωνική εργασία και εξαρτήσεις: Οι κοινότητες της αλλαγής. Αθήνα: 

Τόπος

– Κοντοπούλου, Μ. (2007).  Παιδί και ψυχοκοινωνικές δυσκολίες. Αθήνα: Gutenberg