Τα ζωτικά ψεύδη
Ο όρος «ζωτικόν ψεύδος» ανήκει στον Νορβηγό θεατρικό συγγραφέα Ερρίκο Ίψεν και αφορά την κάλυψη μιας ανεπιθύμητης πραγματικότητας με ένα ωραίο ψέμα. Ο Ίψεν δεν είναι ο μόνος που ασχολήθηκε με αυτό το θέμα. Συγγραφείς όπως ο Τολστόι και ο Ντοστογιέφσκι, φιλόσοφοι όπως ο Νίτσε και ο Κιρκεγκαρντ αλλά και ψυχολόγοι όπως ο Τζέιμς και ο Γιούνγκ έχουν αναφερθεί σε αυτό το ζήτημα.
Τι είναι όμως στην πραγματικότητα το ζωτικό ψεύδος αλλιώς μάσκα ή προσωπείο; Είναι ένας, ή και περισσότεροι, μύθοι σχετικά με τον εαυτό μας που παίρνουν τη θέση μιας ενοχλητικής αλήθειας (Clancyetal. 2000). Οι άνθρωποι είναι συνηθισμένοι στην εξαπάτηση. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας εξαπατούμε συχνά τους άλλους λέγοντας ψέματα, αποκρύπτοντας την αλήθεια ή και διαστρεβλώνοντάς τη κρύβοντας ουσιώδεις πληροφορίες και παρερμηνεύοντας γεγονότα.
Το ζωτικό ψεύδος, δηλαδή η παραποίηση της πραγματικότητας και η αυταπάτη που το άτομο ή η ομάδα επιλέγει εξαπατώντας τον ίδιο της τον εαυτό, μπορεί να οφείλεται σε αρκετούς παράγοντες όπως είναι ο φόβος της κατάρρευσης σε ατομικό ή ομαδικό επίπεδο αλλά και σε βαθύτερες ανάγκες ή εσωτερικευμένες αναπαραστάσεις σημαντικών προσώπων που έχουν τις ρίζες τους στην παιδική ηλικία. Το φαινόμενο του ζωτικού ψεύδους που οδηγεί σε αυταπάτη αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση ενός συνδρόμου που παρατηρείται στις ομάδες και επηρεάζει την ποιότητα των σχέσεων.
Το ζωτικό ψεύδος στηρίζεται σε έναν κώδικα ηθικής ο οποίος έχει διαμορφωθεί προκειμένου, φαινομενικά, να συνεισφέρει στους «σημαντικούς στόχους της ομάδας». Στην πραγματικότητα όμως εξυπηρετεί τα άτομα και τις ομάδες, ώστε να κατασκευάσουν ιστορίες μέσα από τις οποίες μπορούν να δικαιολογήσουν τη στάση και τη συμπεριφορά τους. Οι ομάδες, δηλαδή, όπως και τα άτομα τείνουν να θεωρητικοποιούν την παραποίηση της πραγματικότητας, επιλέγοντας ασυνείδητα να αναπαράγουν επιλεκτικές αναμνήσεις και γεγονότα που συνεισφέρουν σε αυτή την κατεύθυνση. Στην προσπάθειά τους να συντηρήσουν τη θετική εικόνα που ίσως είχε η ομάδα στο παρελθόν, αλλά δεν ανταποκρίνεται πια στην πραγματικότητα που βιώνει σήμερα, ενισχύουν τη συλλογική αυταπάτη (collective self-deception).
Πολύ συχνά τα μέλη των ομάδων κατασκευάζουν καθησυχαστικές ιστορίες για να αποφύγουν ή να αποκρύψουν μια αλήθεια που είναι οδυνηρή και μπορεί να οδηγήσει σε ψυχική ή φυσική κατάρρευση. Κάθε ζωτικό ψεύδος συνδέεται με ιστορίες που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, ενώ ασήμαντα γεγονότα αποκτούν μεγάλη διάσταση, προκειμένου να διατηρηθεί η ασφάλεια της ομάδας και η εικόνα ενός υπέροχου εαυτού που δεν κινδυνεύει από το φόβο της κατάρρευσης και θα παραμείνει όρθιος, οτιδήποτε και να συμβεί.
Ο φόβος της κατάρρευσης αποτελεί κατά τον Winnicott μια επώδυνη εμπειρία που κρύβεται βαθιά στο ασυνείδητο του ατόμου και έρχεται στην επιφάνεια κάτω από ορισμένες συνθήκες. Ενώ το «εγώ» προσπαθεί να οργανώσει άμυνες κατά της κατάρρευσης, την ίδια στιγμή τίθεται σε κίνδυνο και απειλείται με αποδιοργάνωση. Επινοεί τότε ζωτικά ψεύδη για να μπορέσει να βρει σημεία σταθερότητας και ασφάλειας.
Ο Laing θεωρεί ότι το άτομο που βιώνει έντονη οντολογική ανασφάλεια προσπαθεί να επινοήσει τρόπους με τους οποίους θα καταφέρει να διατηρήσει την ταυτότητά του, τον εαυτό του και τους άλλους ζωντανούς, κατασκευάζοντας ζωτικά ψεύδη. Τα μικρά και ασήμαντα γεγονότα παίρνουν μεγάλη διάσταση στον ιδιαίτερο κόσμο που πλάθει το άτομο προκειμένου, να εδραιώσει και να διατηρήσει την υπόστασή του. Η οντολογική ανασφάλεια που βιώνει το άτομο προσομοιάζει με έναν διαρκή ψυχολογικό θάνατο.
Ο Winnicot, όταν αναφέρεται στον φόβο της κατάρρευσης, στην ουσία αναφέρεται σε έναν φαινομενικό θάνατο, ο οποίος έχει βιωθεί ως εμπειρία στο παρελθόν. Αυτός είναι ένας λόγος που συχνά για τους ανθρώπους στους οποίους έχει επέλθει ο ψυχολογικός θάνατος, η αυτοκτονία ως λύση απελπισίας φαίνεται να δίνει λύτρωση, καθώς νοιώθουν περισσότερο νεκροί παρά ζωντανοί. Στις ομάδες, στους οργανισμούς, στα κινήματα και αλλού ο φόβος της κατάρρευσης από ατομικός γίνεται συλλογικός.
Τα ζωτικά ψεύδη και η συλλογική αυταπάτη εξυπηρετούν την εσωτερική ισορροπία και συγκράτηση της ομάδας, μειώνοντας το ατομικό και συλλογικό άγχος για τη διάλυση της ομάδας. Η αυταπάτη αναπαράγεται μέσα από συγκεκριμένους μηχανισμούς και την κατασκευή μιας ψευδο-εικόνας (false image) που κατασκευάζεται ασυνείδητα, παρά το γεγονός ότι τα δεδομένα υποδεικνύουν μια διαφορετική πραγματικότητα. Η άρνηση της πραγματικότητας και η άρνηση της άρνησης της πραγματικότητας ενισχύουν την αυταπάτη. Ωστόσο, το άγχος και η αίσθηση απειλής αναδύονται σε στιγμές που το άτομο και η ομάδα αδυνατούν να τις ελέγξουν.
Έτσι συχνά τα άτομα και οι ομάδες μέσα από μη ελέγξιμες ψυχοκοινωνικές διεργασίες μπορεί να οδηγηθούν ακόμη και σε «μη-ηθικές» αποφάσεις συντηρώντας την αυταπάτη τους, στην προσπάθεια για αυτό-συντήρηση, δηλαδή στην προσπάθεια αποφυγής του φόβου της κατάρρευσης. Σε αυτό το φαινόμενο ιδιαίτερη σημασία έχει η διαμόρφωση της «τυφλής» ομαδικής σκέψης (group think), το οποίο μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τις ομάδες, τους οργανισμούς αλλά και τα μέλη τους.
*Απόσπασμα από το βιβλίο “Δυναμική των ομάδων και αλλαγή στους οργανισμούς” του Χαράλαμπου Πουλόπουλου και της Άννας Τσιμπουκλή, Εκδόσεις Τόπος – 2016