Ψυχοθεραπεία,  Ψυχολογία

Το μεταβατικό αντικείμενο

Η έννοια του μεταβατικού αντικειμένου εισήχθη από τον P.W. Winnicott. Αφορά σ’ένα αντικείμενο πραγματικό, συγκεκριμένο, ένα κάποιο πράγμα το οποίο έχει μια εκλεκτική αξία για το βρέφος και το μικρό παιδί (π.χ. ένα αρκουδάκι, κουκλίτσα, κομμάτι της κουβέρτας, μια πετσετούλα την οποία χαϊδεύει, γλύφει κλπ) ιδιαίτερα την στιγμή που αποκοιμιέται. Μπορεί όμως να είναι μια μελωδία ή μια ιδιαίτερη χαρακτηριστική χειρονομία. Συχνά το μεταβατικό αντικείμενο βρωμίζει με το χρόνο ή βρωμάει αλλά το παιδί το κουβαλάει μαζί του πάντα. Οι γονείς του αναγνωρίζουν την αξία του για το παιδί και του επιτρέπουν να είναι βρώμικο. Αν το έπλεναν αυτό θα αποτελούσε ρήγμα στη συνέχεια της εμπειρίας του παιδιού και θα καταστρεφόταν ο συμβολισμός και η αξία του (άμυνα κατά της καταθλιπτικού τύπου αγωνίας).

Το παιδί ανακαλύπτει από μόνο του το αντικείμενο χωρίς να του το δώσει ή υποδείξει κάποιος άλλος: το μεταβατικό αντικείμενο δεν παρέχεται ούτε δωρίζεται. Αποτελεί αποκλειστική επιλογή και ανακάλυψη του παιδιού. Συνιστά την πρωταρχική ανακάλυψη του ανθρωπίνου είδους. Σε αυτήν θα στηριχτεί όλη η μετέπειτα δυνατότητα του ανθρώπου για δημιουργικότητα. Η ανακάλυψη αυτή συνδέεται με την ικανότητα του παιδιού να αποδίδει σ’ένα αντικείμενο με ένα συμβολικό τρόπο ιδιότητες που δεν έχει. Το αντικείμενο αυτό το ονομάζουμε μεταβατικό γιατί το παιδί το ανακαλύπτει προκειμένου να πραγματοποιήσει μια μετάβαση από τη συγχωνευτική σχέση με τη μαμά στην απουσία της.


Για παράδειγμα, το παιδί διαλέγει ένα αρκουδάκι που βρίσκει στο περιβάλλον του και το οποίο θέλει να έχει μαζί του σε μια προσπάθεια να αναπληρώσει το κενό που αφήνει η μητέρα τις στιγμές που απουσιάζει. Το αντικείμενο αυτό μπορεί να γίνει το υποκατάστατο του μητρικού αντικειμένου σε κάποιες φάσεις της ζωής του. Σε αυτά τα πρώιμα στάδια το να φτάσει ο ψυχισμός να κάνει αυτό το άλμα, να αρχίσει δηλαδή να αποδίδει συμβολικά ιδιότητες σ’ένα αντικείμενο τις οποίες αυτό δεν έχει, αποτελεί την απαρχή μιας ικανότητας. Πρόκειται για τη δυνατότητα του ψυχισμού να ανακαλύπτει και να αποδίδει συμβολικά στα πράγματα ιδιότητες που δεν έχουν: πρόκειται για την απαρχή της ανθρώπινης δημιουργικότητας. ∆εν είναι το (μεταβατικό) αντικείμενο που ενδιαφέρει, αλλά η εμφάνιση αυτής της λειτουργίας του παιδιού να αποδίδει σε αντικείμενα συμβολικές ή μεταφορικού τύπου ιδιότητες.


Κατά τον Winnicott το παιδί καταφεύγει σ’ αυτά τα αντικείμενα για να το βοηθήσουν στην μετάβαση του από την πρώτη (στοματική) σχέση με τη μητέρα στην πραγματική αντικειμενοτρόπο σχέση (η μητέρα ως αντικείμενο επιθυμίας). Πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο.Μιλάμε για σχέση με το μεταβατικό αντικείμενο το οποίο εμφανίζεται νωρίς στην ηλικία μεταξύ 2-3 ετών και κρατάει μέχρι τα 6-7. Συχνά μπορούμε να δούμε το παιδί μεταξύ 4 και 12 μηνών να είναι δεμένο μ’ένα τέτοιο αντικείμενο (συχνά «χνουδωτό» πχ μάλλινο πανί) το οποίο πιπιλάει, το σφίγγει και το οποίο του είναι απαραίτητο τη στιγμή κατά την οποία πάει να αποκοιμηθεί σαν άμυνα ενάντια σε αγωνία καταθλιπτικού τύπου. Αυτό το «μεταβατικό αντικείμενο» κρατάει για πολύ καιρό την αξία του την οποία χάνει προοδευτικά. Μπορεί να επανεμφανιστεί αργότερα κυρίως σε μια φάση κατάθλιψης.


Μεταβατικό αντικείμενο : πρόκειται για κάτι σχεδόν αδιαχώριστο από παιδί. Την ίδια στιγμή όμως αποτελεί για το παιδί την πρώτη κατοχή κάποιου πράγματος που δεν είναι Εγώ (not-me possession). Από πλευράς λιβιδινικής η σχέση του μωρού με το μεταβατικό αντικείμενο είναι στοματικού τύπου. Εξελικτικά είναι μια περίοδος περάσματος στη νοηματοδότηση του μη Εγώ (του άλλου) , της ετερότητας (διαφοροποίηση Εγώ-μη Εγώ ) κίνηση προς τις αντικειμεντρόπες σχέσεις.

Είναι ένα αντικείμενο (μεταβατικό) το οποίο τοποθετείται στη μέση (ενδιάμεσο) ανάμεσα στο υποκειμενικό (στο Εγώ) και το αντικειμενικό (Μη-Εγώ). Πρόκειται για ένα ενδιάμεσο πεδίο το οποίο δεν ανήκει ούτε στην εσωτερική πραγματικότητα (δεν είναι ψευδαίσθηση) ούτε στην εξωτερική (το παιδί δεν το καταλαβαίνει ως ερχόμενο απ’έξω). Αφορά στην ικανότητα του παιδιού ν’αναγνωρίζει ένα αντικείμενο ως Μη-Εγώ και να το τοποθετεί στο «μέσα» του, στο «έξω» του ή στις παρυφές (στο όριο) του. Σημασία δεν έχει τόσο το μεταβατικό αντικείμενο αυτό καθεαυτό όσο η (μεταβατική) λειτουργία του.

Έτσι το μεταβατικό αντικείμενο (μεταβατικό φαινόμενο) κομίζει, από την αρχή της ζωής μας, κάτι το οποίο θα μείνει για πάντα σημαντικό για εμάς: Πρόκειται για την ικανότητα μας να παραμένουμε σε μια ενδιάμεση σφαίρα ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα, ενδιάμεση περιοχή εμπειρίας ανάμεσα στο πιπίλισμα του δακτύλου (Εγώ) και το γούνινο αρκουδάκι (μη Εγώ), ανάμεσα στον στοματικό ερωτισμό και την αντικειμεντρόπο σχέση. Το μεταβατικό αντικείμενο αναπαριστά αυτήν ακριβώς τη μετάβαση.