Ψυχολογία

Eπί-κοινωνία

Αν η κοινωνική συμβίωση αποτελεί αξιοθαύμαστο επίτευγμα του ανθρώπινου είδους, τότε η επικοινωνία αποτελεί την γενεσιουργό αιτία αυτού του επιτεύγματος. Η επικοινωνία αποτελεί την πεμπτουσία της ανθρώπινης συνύπαρξης, το μέσο και το σκοπό σε μια αλληλοτροφοδοτική, αειφορική και αέναη, φυσιολογική διαδικασία αυτοσυνειδησίας και τελικά, αυτοέκφρασης και αυτοπραγμάτωσης.

Με την επικοινωνία και χάριν της επικοινωνίας, αναπτύχθηκε ο ανθρώπινος Λόγος και ο μεταφυσικός διάλογος, η «κοινωνία» μεταξύ ανθρώπινων και μεταφυσικών όντων. Με την επικοινωνία αναπτύχθηκε ο ανθρώπινος πολιτισμός, όπως εκφράζεται με την πνευματική, την καλλιτεχνική και την τεχνολογική δημιουργία, σε όλα τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα ανά τους αιώνες.

Συνεπώς, η σημασία της επικοινωνίας για κάθε άνθρωπο αλλά και για κάθε έμβιο ον – στο βαθμό και με τη μορφή που μπορεί να επικοινωνεί– αναμφισβήτητα είναι τεράστια, καθώς συνταυτίζεται με την ουσία και το σκοπό της ύπαρξής του (Miller, 2000. Devito, 2004). Η επικοινωνία συμβάλλει εποικοδομητικά στη διανοητική ανάπτυξη του ανθρώπου, διότι μέσω αυτής εμπλέκεται σε αλληλεπιδράσεις ανταλλάσσοντας απόψεις, βιώματα, προβληματισμούς, επιθυμίες ή συναισθήματα.

Συμβάλλει, επίσης, στην ομαλή του προσαρμογή στο κοινωνικό περιβάλλον, καθώς αποτελεί μια κατεξοχήν κοινωνικοποιητική διαδικασία, κατά την οποία το άτομο μαθαίνει να διαχειρίζεται τη συμπεριφορά του σε σχέση με την ανεκτικότητα και την αποδοχή των άλλων ή τους κανόνες που θέτει η κοινωνική συμβίωση. Τέλος, συμβάλλει στη δυνατότητα του ανθρώπου να τροποποιεί τις περιβαλλοντικές παραμέτρους που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής του, μέσα από διαρκή εμπλουτισμό εμπειριών.

Καθώς η επικοινωνία αποτελεί την πεμπτουσία της ανθρώπινης, ψυχοκοινωνικής συνύπαρξης, προσλαμβάνει ποικίλες διαστάσεις. Μια από τις σημαντικότερες αποτελεί η δυνατότητα αγχολυτικής παρέμβασης και ψυχολογικής υποστήριξης που παρέχεται σε άτομα τα οποία αντιμετωπίζουν χρόνια ή προσωρινά προβλήματα υγείας. Η επικοινωνιακή δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ νοσηλευτών, γιατρών, και ασθενών ή συγγενών τους, σε πολλές περιπτώσεις, προσλαμβάνει εξαιρετικά ιδιαίτερες διαστάσεις, κινούμενες συχνά στο όριο του μεταφυσικού. Η «παρηγοριά στον άρρωστο» αλλά και η ευχερής ενημέρωσή του για την κατάσταση και τις προοπτικές της υγείας του, πέρα από ψυχοκοινωνικά αποτελέσματα, μπορεί να συμβάλει θετικά στην ίαση του ασθενούς. Το γεγονός αυτό, επέβαλε την ανάπτυξη του κλάδου της επικοι- νωνίας στις Επιστήμες της Υγείας (DiMatteo & Martin, 2006).


Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, καθίσταται σαφής ο ιδιαίτερος ρόλος της επικοινωνίας, μιας πολύπλοκης διαδικασίας κι ενός φαινομένου ζωής, το οποίο δίνει νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη δρώντας ως καταλύτης στη διαμόρφωση των διαπροσωπικών σχέσεων. Η διασύνδεση της επικοινωνίας με πλήθος επιστημών, επισημαίνει επακριβώς το γεγονός της ιδιαιτερότητάς της. Επιπλέον, έπειτα από την παραπάνω, σύντομη σκιαγράφηση της σημασίας και της έννοιας της επικοινωνίας, ανακύπτει ένα μείζον ερώτημα. Μπορούν όλοι οι άνθρωποι να επικοινωνούν απρόσκοπτα και αποτελεσματικά, επιτυγχάνοντας κάθε στόχο επιβίωσης με όρους καλής διαβίωσης;


Ο όρος «επικοινωνία» συνοδεύεται, σχεδόν πάντα, από επίθετα τα οποία προσδιορίζουν τη μορφή της επικοινωνίας που κάθε φορά πραγματώνεται. Το γεγονός αυτό παραπέμπει στην πολλαπλή διάσταση του επικοινωνιακού φαινομένου αναφορικά με το σκοπό που επιτελεί σε κάθε περίσταση. Είναι προφανές ότι οι άνθρωποι επηρεαζόμενοι από παράγοντες όπως το φύλο, η ηλικία, το μορφωτικό, το οικονομικό επίπεδο ή το κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον, επικοινωνούν με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές περιστάσεις, αλληλεπιδρώντας ενδεχομένως με διαφορετικά πρόσωπα και προσπαθώντας να επιτύχουν κάθε φορά διαφορετικούς πληροφοριακούς – γνωστικούς ή συναισθηματικούς στόχους. Έτσι, διαμορφώνουν διαφορετικές επικοινωνιακές συμπεριφορές, αξιοποιώντας ποικίλους κώδικες, τους οποίους συχνά εναλλάσσουν, αναπτύσσοντας συγκεκριμένες μορφές επικοινωνίας.